in.gr

Πέμπτη 6 Δεκεμβρίου 2012

Κωνσταντίνος Η' {Κων/νος Ατματζίδης} Καθηγητής {Ιωάννης Καλίτσιος}

Κωνσταντίνος ο Η' Ο Κωνσταντίνος Η΄, γιος του Ρωμανού Β΄ και της Θεοφανούς, γεννήθηκε γύρω στα 960. Ήταν ο μικρότερος αδελφός του Βασιλείου Β΄ και συμβασίλευσε μαζί του από το 963 μέχρι το 1025. Τα πρώτα χρόνια της βασιλείας τους, τα δύο αδέλφια είχαν επισκιασθεί από τους στρατιωτικούς Νικηφόρο Φωκά και Ιωάννη Τσιμισκή, καθώς και από τον ευνούχο θείο τους Βασίλειο. Αυτήν την περίοδο ο ευνούχος Βασίλειος είχε ωθήσει τα δύο αδέλφια στον έκλυτο βίο και τις κάθε είδους διασκεδάσεις προκειμένου να τους κρατάει μακριά από την εξουσία και να είναι πάντοτε εξαρτώμενοι απ’ αυτόν. Όταν ο Βασίλειος ανέλαβε την εξουσία, ο Κωνσταντίνος συνέχισε να αδιαφορεί για τις κρατικές υποθέσεις και να ασχολείται μόνο με τις διασκεδάσεις του. Λέγεται μάλιστα ότι περνούσε περισσότερο καιρό στον Ιππόδρομο απ’ ότι στην αίθουσα του θρόνου. Ο Κωνσταντίνος αρχικά είχε αρραβωνιαστεί με μια κόρη του τσάρου Βόρι Β΄ της Βουλγαρίας, τελικά όμως παντρεύτηκε με μια Βυζαντινή αριστοκράτισσα, την Ελένη, με την οποία απέκτησε τρεις κόρες, την Ευδοκία, που έγινε μοναχή, τη Ζωή και τη Θεοδώρα. Μετά το θάνατο του αδελφού του και του ίδιου, οι δυο αδελφές έμειναν οι τελευταίοι απόγονοι της Μακεδονικής δυναστείας. Στέφθηκε συναυτοκράτορας το 962 και φορούσε το στέμμα ήδη επί 63 χρόνια, όταν στις 25 Δεκεμβρίου 1025, μετά το θάνατο του αδελφού του, κλήθηκε να αναλάβει ως μονοκράτορας την διακυβέρνηση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Ο έκλυτος βίος των νεανικών του χρόνων είχαν επιβαρύνει σοβαρότατα την υγεία του, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να ασκήσει αποτελεσματικά την εξουσία. Όμως είναι άδικο να θεωρηθεί η βασιλεία του καταστροφική. Μέσα στα λιγότερο από τρία χρόνια κατάφερε να κινητοποιήσει την κρατική μηχανή, με αποτέλεσμα αυτή να συγκεντρώσει φόρους πέντε ετών (δηλαδή και τους καθυστερούμενους από τα χρόνια του Βασιλείου Β’ φόρους). Επίσης παρά τις συνεχείς πιέσεις της αριστοκρατίας της γης δεν δέχτηκε να ακυρώσει το αλληλέγγυον και τους υπόλοιπους νόμους, οι οποίοι προστάτευαν τους μικροκαλλιεργητές από τους δυνατούς. Κύριο μέλημα της βασιλείας του ήταν να βρεθούν σύζυγοι για τις ηλικιωμένες κόρες του, που θα τον διαδεχόντουσαν. Τελικά, ήδη βαρύτατα ασθενής, κατάφερε να παντρέψει τη Ζωή με τον Ύπαρχο Κωνσταντινουπόλεως και παλιό αριστοκράτη Ρωμανό τον Αργυρό. Λίγες μέρες μετά το γάμο, στις 15 Νοεμβρίου 1028, πέθανε. Τον διαδέχτηκε ο γαμπρός του Ρωμανός. Κυριότερη πηγή της βασιλείας του είναι η χρονογραφία του Μιχαήλ Ψελλού. ο Η'

Μιχαήλ Γ '{Κων/νος Ατματζίδης} Καθηγητής ¨{Ιωαννης Καλίτσιος}

Μιχαήλ Γ΄ Βιογραφία Με τη ενηλικίωσή του το 855 ο Μιχαήλ Γ΄φαίνεται να συμμετείχε σε συνωμοσία με την οποία θανατώθηκε ο Θεόκτιστος, ισχυροποιώντας έτσι την εξουσία του έναντι των συμβούλων της μητέρας του. Επιδιδόμενος με τους φίλους του σε διασκεδάσεις, χλεύαζε τακτικά και δημόσια τα δόγματα και τους τύπους της Εκκλησίας, εξ ου και το προσωνύμιο «Μέθυσος». Πάντως η ηρεμία που επικράτησε στην Αυτοκρατορία μετά τη λήξη της εικονομαχικής κρίσης (αναστήλωση των εικόνων, 11 Μαρτ. 843), πρέπει να συγκαταλεχθεί στα θετικά σημεία της πολιτικής του. Σ΄αυτό συνέβαλαν ουσιαστικά και ορισμένοι ιδιαίτερα αξιόλογοι λόγιοι, όπως ο Λέων ο Μαθηματικός, ο πατριάρχης Φώτιος, αλλά και ο καίσαρ Βάρδας με την ανακαίνιση από μέρους του τού Πανδιδακτηρίου της Μαγναύρας (863). Νυμφεύθηκε την Ευδοκία την Δεκαπολίτισσα, αλλά εξακολουθούσε να άγεται και να φέρεται από την παλαιά του ερωμένη Ευδοκία Ιγγερίνη. Την εξουσία ασκούσε ουσιαστικά ο θείος του Καίσαρ Βάρδας ενώ το Βυζάντιο διερχόταν κρίσιμες στιγμές στη Πελοπόννησο, την οποία άρχισαν να καταστρέφουν οι Σλάβοι, στη Κρήτη όπου απέτυχαν οι επιχειρήσεις κατά των Αράβων, στη Σικελία και την Καλαβρία που είχαν καταληφθεί από τους Άραβες και τους Φράγκους, και στη Μικρά Ασία όπου συνέχισε των αγώνα των προκατόχων κατά των Παυλικιανών που συμπολεμούσαν με τους Άραβες χωρίς να τους καθυποτάξει. Το 865 οι Ρώσοι επετέθηκαν κατά του Βυζαντίου και πολιόρκησαν από την θάλασσα την Κωνσταντινούπολη, όμως τελικά αναγκάσθηκαν να λύσουν την πολιορκία λόγω σφοδρής τρικυμίας, ενώ ο Μιχαήλ Γ΄ απουσίαζε σε πόλεμο κατά των Αράβων. Ο Μιχαήλ καθαίρεσε τον Πατριάρχη Ιγνάτιο και τον αντικατέστησε με έναν λαϊκό, τον Φώτιο, πολύ μορφωμένο και ικανό άνθρωπο. Αμέσως αυτός βρέθηκε σε αντιπαράθεση με τον Πάπα Νικόλαο Α΄ για θέματα πρωτοκαθεδρίας, δικαιοδοσίας επί των νεοφωτισθέντων Σλάβων και για το «filioque». Την εποχή του έδρασαν επίσης οι ιεραπόστολοι Κύριλλος και Μεθόδιος, εφευρέτες του Σλαβικού αλφαβήτου και εκχριστιανιστές των Σλάβων. Το 863 μάλιστα, όταν βαφτίστηκαν Χριστιανοί οι Βούλγαροι, ο ίδιος ήταν ανάδοχος του βασιλιά τους, Βόριδα,Κριτική Η εικόνα του είχε αμαυρωθεί από τα βυζαντινά ιστορικά κείμενα για λόγους που σχετίζονται με τη δυναστική ιδεολογία της Μακεδονικής δυναστείας. Προφανής επιδίωξη των ιστορικών και χρονογράφων της εποχής ήταν να δικαιώσει για τους μεταγενέστερους την άνοδο του Βασιλείου Α΄ στο θρόνο, δυσφημώντας το δολοφονημένο Μιχαήλ, τον οποίο συχνά αποκαλούν «Μέθυσο». Η σύγχρονη όμως έρευνα τον αποκατέστησε και είναι πλέον γενικά αποδεκτό ότι η βασιλεία του ήταν ιδιαίτερα σημαντική[3] ως προς τα εσωτερικά αλλά και διεθνή γεγονότα.[4]Μετά τη δολοφονία του Βάρδα το 866 ο Μιχαήλ Γ΄ προσέλαβε ως συμβασιλέα τον παρακοιμώμενο Βασίλειο και αργότερα Αυτοκράτορα Βασίλειο Α΄ τον Μακεδόνα. Τελικά ο ο ίδιος ο Βασίλειος τον δολοφόνησε το 867 και κατέλαβε το θρόνο, ιδρύοντας έτσι την Μακεδονική Δυναστεία η οποία διαδέχθηκε τη Φρυγική Δυναστεία. ο οποίος για το λόγο αυτό πήρε και το χριστιανικό όνομα «Μιχαήλ» [2].

Βασίλειος Β' {"Κων/νος Ατματζίδης} Καθηγητης {Ιωαννης Καλίτσιος}

Βασίλειος Β´ ο Βουλγαροκτόνος Ο Βασίλειος Β' (958 - 15 Δεκεμβρίου 1025), ο επονομαζόμενος Βουλγαροκτόνος, ήταν Βυζαντινός αυτοκράτορας της Μακεδονικής δυναστείας, ο οποίος βασίλεψε από τις 10 Ιανουαρίου 976 έως το θάνατό του στις 15 Δεκεμβρίου 1025, χαρίζοντας την τελευταία περίοδο πολιτικής ακμής στην αυτοκρατορία. Το πρώτο μέρος της μακράς βασιλείας του χαρακτηρίστηκε από τον εμφύλιο πόλεμο ενάντια σε πανίσχυρους στρατηγούς από την αριστοκρατία της Ανατολίας. Μετά την υποταγή τους, ο Βασίλειος επέβλεψε τη σταθεροποίηση και την επέκταση των ανατολικών συνόρων της Βυζαντινής αυτοκρατορίας και, πάνω απ' όλα, την τελική και πλήρη υποταγή της Βουλγαρίας, τον κυριότερο ευρωπαϊκό εχθρό της αυτοκρατορίας. Γι' αυτό και ονομάστηκε από μεταγενέστερους συγγραφείς ως Βουλγαροκτόνος, με το οποίο είναι ευρύτερα γνωστός. Κατά το θάνατό του, η αυτοκρατορία εκτεινόταν από τη Νότια Ιταλία μέχρι τον Καύκασο και από το Δούναβη μέχρι την Παλαιστίνη. Παρά τους σχεδόν συνεχείς πολέμους, ο Βασίλειος Β' έδειξε επίσης διοικητικές ικανότητες, μειώνοντας τη δύναμη των μεγάλων γαιοκτημόνων, που κυριαρχούσαν στη διοίκηση και στο στρατό, και γεμίζοντας τα θησαυροφυλάκια της αυτοκρατορίας. Πολύ μεγάλης σημασίας ήταν η απόφαση του Βασιλείου να προσφέρει το χέρι της αδελφής του, Άννας, στον Βλαδίμηρο Α' του Κιέβου[1], σε αντάλλαγμα για τη στρατιωτική του υποστήριξη, γεγονός που οδήγησε στον εκχριστιανισμό των Ρως και την ενσωμάτωση της Ρωσίας στην πολιτιστική σφαίρα τΓέννηση και παιδική ηλικία [Επεξεργασία] Ο Βασίλειος Β' γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 958 και ήταν γιος του αυτοκράτορα Ρωμανού Β' και της αυτοκράτειρας Θεοφανούς, η οποία ήταν Ελληνίδα[2][3][4][5][6][7], γεννημένη στη Λακωνία[8]. Η πατρική του καταγωγή είναι άγνωστη καθώς στον υποτιθέμενο πρόγονό του, τον Βασίλειο Α', ιδρυτή της δυναστείας, αποδίδεται αρμενική, σλαβική ή ελληνική καταγωγή. Επιπλέον, είναι πιθανό ότι ο βιολογικός πατέρας του Λέοντα ΣΤ' (προπάππου του Βασιλείου Β') ήταν ο Μιχαήλ Γ΄ και όχι ο Βασίλειος Α'[9]. Η οικογένεια του Μιχαήλ Γ' ήταν Μικρασιάτες από τη Φρυγία και μιλούσαν ελληνικά. Το 960, όταν ο Βασίλειος ήταν δύο ετών, ο πατέρας του τον έκανε συναυτοκράτορα. Όμως το 963 ο πατέρας του πέθανε ενώ ο Βασίλειος ήταν μόλις 5 ετών. Επειδή ο Βασίλειος και ο αδελφός του, ο μελλοντικός αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Η' (βασίλεψε από το 1025 έως το 1028), ήταν πολύ μικροί για να βασιλέψουν, η μητέρα τους Θεοφανώ παντρεύτηκε έναν από τους κορυφαίους στρατηγούς του Ρωμανού, τον Νικηφόρο Β' Φωκά, ο οποίος στέφθηκε αυτοκράτορας το ίδιο έτος. Το 969 ο Νικηφόρος Φωκάς δολοφονήθηκε από τον ανηψιό του, Ιωάννη Τσιμισκή, ο οποίος έγινε αυτοκράτορας και βασίλεψε για 7 χρόνια. Τέλος, όταν ο Ιωάννης Τσιμισκής πέθανε στις 10 Ιανουαρίου του 976, ο 18χρονος τότε Βασίλειος Β' ανέλαβε πλέον τα καθήκοντα του αυτοκράτορα.ου Βυζαντίου.Ο Βασίλειος ήταν γενναίος στρατιώτης και εξαιρετικός ιππέας και έμελλε να αποδείξει ότι ήταν ισχυρός ηγέτης και ικανός στρατηγός. Στην αρχή δεν έδειξε την πλήρη έκταση της ενέργειάς του. Στα πρώτα χρόνια της βασιλείας του, η διοίκηση παρέμεινε στα χέρια του ευνούχου Βασίλειου Λεκαπηνού (νόθου γιου του αυτοκράτορα Ρωμανού Α'), προέδρου της Γερουσίας. Ο Λεκαπηνός ήταν ένας πανούργος και προικισμένος άνθρωπος, ο οποίος ήλπιζε ότι οι νέοι αυτοκράτορες θα ήταν μαριονέτες του. Ο Βασίλειος περίμενε και παρακολουθούσε χωρίς να παρεμβαίνει, μαθαίνοντας όμως τις λεπτομέρεις των διοικητικών επιχειρήσεων και εμβαθύνοντας στη στρατιωτική επιστήμη. Ακόμα και ο Νικηφόρος Φωκάς και ο Ιωάννης Τσιμισκής, που ήταν εξαιρετικοί στρατιωτικοί διοικητές, αποδείχθηκε ότι δεν ήταν τόσο καλοί στη διοίκηση του κράτους. Προς το τέλος της βασιλείας του, ο Ιωάννης Τσιμισκής είχε προγραμματίσει καθυστερημένα να περιορίσει τη δύναμη των μεγάλων γαιοκτημόνων, και ο θάνατός του, ο οποίος ήρθε αμέσως μετά την ομιλία του εναντίον τους, δημιούργησε φήμες ότι ο Τσιμισκής δηλητηριάστηκε από τον Βασίλειο Λεκαπηνό, ο οποίος είχε αποκτήσει παράνομα τεράστια ακίνητη περιουσία και φοβόταν την έρευνα και την τιμωρία του. Ως αποτέλεσμα των αποτυχιών των άμεσων προκατόχων του, ο Βασίλειος Β' βρέθηκε από την αρχή της βασιλείας του αντιμέτωπος μ' ένα σοβαρό πρόβλημα καθώς δύο μέλη της πλούσιας στρατιωτικής ελίτ της Μικράς Ασίας, ο Βάρδας Σκληρός (παλαιότερα στενός συνεργάτης του Ιωάννη Τσιμισκή) και ο Βάρδας Φωκάς, διέθεσαν αρκετούς πόρους για να προβούν σε ανοικτές εξεγέρσεις εναντίον της κεντρικής εξουσίας. Το κύριο κίνητρο των δύο ανδρών, οι οποίοι ήταν έμπειροι αλλά αλληλοσυγκρουόμενοι στρατηγοί, ήταν να αναρριχηθούν στον αυτοκρατορικό θρόνο και να εκμηδενίσουν το ρόλο και την επιρροή του Βασίλειου. Ο Βασίλειος, δείχνοντας την τάση για σκληρότητα που θα γίνει το σήμα κατατεθέν του, ανέλαβε να τους αντιμετωπίσει ο ίδιος και κατέστειλε τις εξεγέρσεις τόσο του Σκληρού (το 979) όσο και του Φωκά (το 989)[10]. Αυτές οι εξεγέρσεις είχαν βαθιά επίδραση στις προοπτικές και τη μέθοδο διακυβέρνησης του Βασίλειου Β'. Ο ιστορικός Μιχαήλ Ψελλός περιγράφει τον ηττημένο Σκληρό να συμβουλεύει τον αυτοκράτορα να καθαιρεί τους κυβερνήτες που γίνονται υπερβολικά περήφανοι, να μην αφήνει στους στρατηγούς που είναι σε εκστρατείες να έχουν πολλούς πόρους, να τους εξαντλεί με άδικες ενέργειες για να είναι απασχολημένοι συνεχώς με υποθέσεις, να μην επιτρέπει την παρουσία γυναικών στα αυτοκρατορικά συμβούλια, να μην είναι προσβάσιμος σε κανέναν και να μοιράζεται με λίγους τα προσωπικά του σχέδια[11]. Ο Βασίλειος φαίνεται πως έλαβε πολύ σοβαρά υπόψη του αυτή τη συμβουλή. Για να αντιμετωπίσει την τελευταία εξέγερση, ο Βασίλειος συμμάχησε με τον πρίγκιπα Βλαδίμηρο Α' του Κιέβου, ο οποίος το 988 είχε καταλάβει τη Χερσώνα, την κύρια αυτοκρατορική βάση στην Κριμαία. Ο Βλαδίμηρος προσφέρθηκε να αφήσει τη Χερσώνα και να ενισχύσει με 6.000 στρατιώτες τον Βασίλειο, ζητώντας ως αντάλλαγμα να παντρευτεί την αδελφή του Βασίλειου, Άννα. Στην αρχή, ο Βασίλειος δίστασε καθώς οι Βυζαντινοί έβλεπαν όλα τα έθνη της Βόρειας Ευρώπης, είτε ήταν Φράγκοι είτε ήταν Σλάβοι, ως βάρβαρους, αλλά και η ίδια η Άννα δεν ήθελε να παντρευτεί έναν βάρβαρο ηγέτη. Ο Βλαδίμηρος είχε κάνει μακρόχρονη έρευνα σε διάφορες θρησκείες, στέλνοντας μάλιστα και αντιπροσώπους σε διάφορες χώρες. Ο γάμος δεν ήταν ο κύριος λόγος για τον οποίο επέλεξε την ορθόδοξη χριστιανική θρησκεία. Όταν ο Βλαδίμηρος υποσχέθηκε να βαπτιστεί ο ίδιος χριστιανός και να προσηλυτίσει το λαό του στο χριστιανισμό, ο Βασίλειος συμφώνησε. Ο Βλαδίμηρος και η Άννα παντρεύτηκαν στην Κριμαία το 989. Η επιστράτευση των Ρως έπαιξε καθοριστικό ρόλο στον τερματισμό της εξέγερσης και αποτέλεσαν τη βάση του Τάγματος των Βαράγγων. Έτσι κερδήθηκε η κρίσιμη μάχη της Αβύδου ενάντια στις δυνάμεις της οικογένειας Φωκά τον Απρίλιο του 989, ενώ στη συνέχεια συνθηκολόγησε ο Βάρδας Σκληρός. Επιπλέον, ο γάμος του Βλαδίμηρου και της Άννας είχε σημαντικές μακροπρόθεσμες συνέπειες, σηματοδοτώντας την έναρξη της διαδικασίας με την οποία το Μέγα Δουκάτο της Μόσχας πολλούς αιώνες αργότερα θα αυτοανακηρυσσόταν "Η Τρίτη Ρώμη" και θα διεκδικούσε την πολιτική και πολιτιστική κληρονομιά της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Μετά τις εξεγέρσεις ακολούθησε η πτώση του Βασίλειου Λεκαπηνού. Ο Λεκαπηνός κατηγορήθηκε ότι συνωμοτούσε με τους εξεγερθέντες και τιμωρήθηκε με εξορία και με δήμευση της τεράστιας περιουσίας του. Προσπαθώντας να προστατέψει τις χαμηλές και τις μεσαίες κοινωνικές τάξεις, ο Βασίλειος Β' έκανε αδίστακτο πόλεμο κατά του συστήματος της τεράστιας περιουσίας που αναπτύχθηκε στη Μικρά Ασία. Το 995, επιστρέφοντας με το στρατό του από την Ανατολή μέσω της Καππαδοκίας, έτυχε πλουσιοπάροχης φιλοξενίας από τον Ευστάθιο Μαλεϊνό, μέλος ισχυρής οικογένειας που είχε παρασταθεί στους Φωκάδες. Αντί να τον ευχαριστήσει, τον μετέφερε αναγκαστικά στην Κωνσταντινούπολη και όταν πέθανε του δήμευσε την κτηματική περιουσία του. Το 996 νομοθέτησε την πιο απόλυτη απαγόρευση κατά της απόκτησης γαιών από τους ισχυρούς. Ακόμα και εάν κάποιος ισχυρός είχε κατοχή 40 ετών, και άσχετα των οποιωνδήποτε βελτιώσεων εκ μέρους του “δυνατού”, ο αδύνατος μπορούσε να επανακτήσει την περιουσία του, και μάλιστα χωρίς να επιστρέψει το αρχικό τίμημα.Έχοντας θέσει τέρμα στις εσωτερικές διαμάχες, ο Βασίλειος Β' έστρεψε την προσοχή του σε άλλους εχθρούς της αυτοκρατορίας. Οι βυζαντινοί εμφύλιοι πόλεμοι είχαν εξασθενήσει τη θέση της αυτοκρατορίας στα ανατολικά και οι κατακτήσεις του Νικηφόρου Φωκά και του Ιωάννη Τσιμισκή παρά λίγο να βρεθούν στα χέρια των Φατιμιδών. Μετά από δύο βαριές ήττες του δούκα της Αντιόχειας, Μιχαήλ Βούρτζη, το 992 και το 994, το Χαλέπι πολιορκήθηκε και η Αντιόχεια απειλήθηκε από το στρατό των Φατιμιδών. Το 995, ο Βασίλειος Β' μαζί με ένα στρατό 40.000 ανδρών (και με 80.000 μουλάρια)[12] ξεκίνησε εκστρατεία κατά των Φατιμιδών, ανακουφίζοντας το Χαλέπι. Η ταχύτητα της αφίξεως του στρατού του Βασιλείου ήταν εντυπωσιακή για τα δεδομένα της εποχής. Σε δεκαπέντε μόλις μέρες ο στρατός του διέσχισε την απόσταση από τις χιονοσκέπαστες κορυφές της Μακεδονίας μέχρι τις ερήμους της Συρίας[13]. Στη συνέχεια απέκτησε τον έλεγχο της πεδιάδας του Ορόντη και διεξάγοντας επιδρομές νοτιότερα, κατέλαβε όλες τις πόλεις από την Έμεσα μέχρι την Τρίπολη στο σημερινό Λίβανο. Αν και δεν είχε αρκετές δυνάμεις για να μπει στην Παλαιστίνη και να ανακτήσει την Ιερουσαλήμ, ο Βασίλειος Β' κατάφερε να ενσωματώσει στην αυτοκρατορία το μεγαλύτερο μέρος της Συρίας. Κανένας αυτοκράτορας από την εποχή του Ηράκλειου δεν κατάφερε να κρατήσει αυτά τα εδάφη, τα οποία παρέμειναν μέρος της αυτοκρατορίας για τα επόμενα 75 χρόνια.Η κατάκτηση της Βουλγαρίας [Επεξεργασία] Ο Βασίλειος Β' ήθελε να αποκαταστήσει την αυτοκρατορία στα εδάφη που είχαν χαθεί στο παρελθόν. Στις αρχές της δεύτερης χιλιετίας, αποφάσισε να αντιμετωπίσει τον μεγαλύτερο εχθρό του, τον Σαμουήλ της Βουλγαρίας. Η Βουλγαρία υποτάχθηκε εν μέρει στον Ιωάννη Τσιμισκή, αλλά μέρη της χώρας παρέμειναν εκτός του ελέγχου των Βυζαντινών. Στα τέλη του 10ου αιώνα, οι κλυδωνισμοί στο εσωτερικό της Βυζαντινής αυτοκρατορίας ευνόησαν την ανάπτυξη του βουλγαρικού επεκτατισμού σε ολόκληρη τη χερσόνησο του Αίμου. Με ηγέτη τον Σαμουήλ οι Βούλγαροι ίδρυσαν ανεξάρτητο κράτος εκτεινόμενοι προς Βορρά μέχρι το Δούναβη και προς Νότο μέχρι τη Θεσσαλία, ενώ οι ληστρικές επιδρομές που επιχειρούσαν ακόμη και μέχρι την Πελοπόννησο είχαν εξελιχθεί σε μάστιγα για την αυτοκρατορία. Η βυζαντινή κυβέρνηση προσπάθησε να προκαλέσει διχόνοια στις τάξεις των Βουλγάρων επιτρέποντας κατ' αρχάς τη διαφυγή του αιχμάλωτου αυτοκράτορα της Βουλγαρίας, Μπορίς Β'. Μετά την αποτυχία του εγχειρήματος, και κατά τη διάρκεια μίας ανάπαυλας της διαμάχης του με την αριστοκρατία, ο Βασίλειος οδήγησε ένα στρατό 30.000 ανδρών στη Βουλγαρία και πολιόρκησε την πόλη Σρεντέρς (σημερινή Σόφια) το 986. Έχοντας απώλειες και ανησυχώντας για την αφοσίωση μερικών από τους κυβερνήτες του, ο Βασίλειος ήρε την πολιορκία και αποφάσισε να υποχωρήσει προς τη Θράκη. Όμως στις 17 Αυγούστου του 986, έπεσε σε ενέδρα και υπέστη σοβαρή ήττα στη Μάχη που έγινε στις Πύλες του Τραϊανού[14], γεγονός που σημάδεψε για όλη του τη ζωή την πολιτική του απέναντι στους Βούλγαρους. Ο Βασίλειος διέφυγε με τη βοήθεια του Τάγματος των Βαράγγων και προσπάθησε να καλύψει τις απώλειές του στρέφοντας τον αδελφό του Σαμουήλ, Ααρών, εναντίον του. Ο Ααρών δελεάστηκε από την πρόταση του Βασίλειου να του προσφέρει την αδελφή του, Άννα, σε γάμο (η ίδια που δύο χρόνια αργότερα παντρεύτηκε τον Βλαδίμηρο του Κιέβου), αλλά οι διαπραγματεύσεις απέτυχαν όταν ο Ααρών ανακάλυψε ότι η νύφη που του έστειλε ο Βασίλειος δεν ήταν η Άννα. Το 987 ο Σαμουήλ εξουδετέρωσε τον Ααρών, ενώ ο Βασίλειος ήταν απασχολημένος πολεμώντας εναντίον του Σκληρού και του Φωκά στη Μικρά Ασία. Παρόλο που το 991 συνελήφθη ο αυτοκράτορας της Βουλγαρίας, Ρομάν, ο Βασίλειος Β' έχασε από τους Βούλγαρους τη Μοισία. Το 992 ο Βασίλειος Β' υπέγραψε συνθήκη με τον δόγη της Βενετίας, Πιέτρο Ορσεόλο Β', σύμφωνα με την οποία η Βενετία θα πλήρωνε λιγότερους τελωνειακούς δασμούς στην Κωνσταντινούπολη σε αντάλλαγμα για τη συμφωνία της στη μεταφορά βυζαντινών στρατευμάτων στη νότια Ιταλία, σε περιόδους πολέμου[15]. Τα χρόνια που ο Βασίλειος ήταν απασχολημένος με τις εσωτερικές εξεγέρσεις και την ανάκτηση των ανατολικών συνόρων, ο Σαμουήλ επέκτεινε την κυριαρχία του από την Αδριατική θάλασσα μέχρι τον Εύξεινο Πόντο ανακτώντας τα περισσότερα εδάφη που είχε η Βουλγαρία πριν την εισβολή του Σβιατοσλάβ Α' του Κιέβου. Επίσης ήταν επικεφαλής καταστροφικών επιδρομών στην κεντρική Ελλάδα, που αποτελούσε μέρος της βυζαντινής επικράτειας. Όμως, το 996 ο Βυζαντινός στρατηγός Νικηφόρος Ουρανός επέτυχε συντριπτική νίκη ενάντια στο βουλγαρικό στρατό στη Μάχη του Σπερχειού. Ωστόσο ο Σαμουήλ και ο γιος του, Γαβριήλ Ρωμανός, κατάφεραν να διαφύγουν[16]. Από το έτος 1000, ο Βασίλειος Β' ήταν ελεύθερος πλέον να επικεντρωθεί σε έναν πόλεμο κατά της Βουλγαρίας, έναν πόλεμο τον οποίο προσέγγισε με επιμονή και στρατηγική διορατικότητα. Εκείνη τη χρονιά, ο στρατηγός Νικηφόρος Ξιφίας κατέλαβε την πόλη Βέλικι Πρέσλαφ, παλιά πρωτεύουσα της Βουλγαρίας. Το 1001 ο ίδιος ο Βασίλειος κατάφερε να ανακτήσει τον έλεγχο στις πόλεις Βοδενά, Βέροια και Σέρβια. Την επόμενη χρονιά, έχοντας ως βάση τη Φιλιππούπολη, κατέλαβε τη στρατιωτική οδό από τον δυτικό Αίμο έως το Δούναβη, περικόπτοντας έτσι την επικοινωνία μεταξύ της Μακεδονίας και της Μοισίας. Μετά από αυτή την επιτυχία, πολιόρκησε το Βιδίνιο (Βίντιν), το οποίο τελικά έπεσε μετά από παρατεταμένη αντίσταση. Ο Σαμουήλ αντέδρασε στη βυζαντινή εκστρατεία με ένα τολμηρό χτύπημα. Ξεκίνησε μία μεγάλης κλίμακας επιδρομή στην καρδιά της βυζαντινής Θράκης, επιτιθέμενος στην Αδριανούπολη. Επιστρέφοντας στην έδρα του με τα λάφυρα, ο Σαμουήλ αναχαιτίστηκε κοντά στα Σκόπια από τον βυζαντινό στρατό που διοικούσε ο αυτοκράτορας. Οι δυνάμεις του Βασίλειου εισέβαλαν στο βουλγαρικό στρατόπεδο, νικώντας τους Βούλγαρους συντριπτικά και ανακτώντας τα λάφυρα της Αδριανούπολης. Τα Σκόπια παραδόθηκαν λίγο μετά τη μάχη και ο κυβερνήτης τους αντιμετωπίστηκε με ευγένεια από τον αυτοκράτορα. Το 1005, ο κυβερνήτης του Δυρραχίου παρέδωσε την πόλη του στους Βυζαντινούς. Η προσάρτηση του Δυρραχίου ολοκλήρωσε την απομόνωση του Σαμουήλ στα υψίπεδα της δυτικής Μακεδονίας. Ο Σαμουήλ εξαναγκάστηκε σε μία εξ ολοκλήρου αμυντική στάση ενισχύοντας τα περάσματα και τους δρόμους των εδαφών που βρίσκονταν ακόμα στην κατοχή του. Κατά τα επόμενα χρόνια, μειώθηκε η επιθετικότητα των Βυζαντινών και δεν σημειώθηκαν ιδιαίτερα σημαντικά γεγονότα, αν και το 1009 μία προσπάθεια αντεπίθεσης των Βούλγαρων αντιμετωπίστηκε επιτυχώς από τους Βυζαντινούς σε μία μάχη που διεξήχθη στα ανατολικά της Θεσσαλονίκης. Το 1014, ο Βασίλειος ήταν έτοιμος να ξεκινήσει μία εκστρατεία με στόχο την εξάλειψη της αντίστασης των Βουλγάρων. Στις 29 Ιουλίου 1014, ο Βασίλειος Β' και ο στρατηγός του, Νικηφόρος Ξιφίας, διέλυσαν το βουλγαρικό στρατό στη Μάχη του Κλειδίου στην οροσειρά Μπέλλες. Ο Σαμουήλ απέφυγε την αιχμαλωσία χάρη στην ανδρεία του γιου του, Γαβριήλ. Έχοντας συντρίψει τους Βούλγαρους, ο Βασίλειος Β' αιχμαλώτισε 15.000 άνδρες, τους οποίους και τύφλωσε αφήνοντας μόνο έναν μονόφθαλμο ανά 100 τυφλούς άνδρες για να μπορέσουν να επιστρέψουν στον Σαμουήλ. Ο Σαμουήλ αντίκρυσε συγκλονισμένος τον τυφλό στρατό του και δύο ημέρες αργότερα πέθανε μετά από καρδιακό επεισόδιο. Αν και η έκταση της κακομεταχείρισης των Βούλγαρων αιχμαλώτων μπορεί να έχει μεγαλοποιηθεί, το περιστατικό αυτό βοήθησε στο να δοθεί αργότερα στον Βασίλειο Β' η προσωνυμία "ο Βουλγαροκτόνος". Η Βουλγαρία πολέμησε για άλλα τέσσερα χρόνια, καθώς η αντίστασή της αναζωπυρώθηκε από τη σκληρότητα του Βασίλειου Β'. Την άνοιξη του 1017 ο Βασίλειος Β' ξεκίνησε απ' τη Μοσυνούπολη εναντίον του οχυρού του Λογγά (βρίσκεται μεταξύ Σιδεροχωρίου και Τοιχιού Καστοριάς), το οποίο μετά από σκληρή πολιορκία παραδόθηκε στους Βυζαντινούς. Ο αυτοκράτορας κατέστρεψε εκ θεμελίων το βουλγάρικο οχυρό και μοίρασε τους στασιαστές κατοίκους του ως σκλάβους στους στρατιώτες του. Μετά την κατάληψη του Λογγά ο Βασίλειος κυρίευσε τη γειτονική Καστοριά, που την κατείχαν αρκετά χρόνια οι Βούλγαροι, και στη συνέχεια κατέλαβε την Οχρίδα υποτάσσοντας τελικά τους Βούλγαρους το 1018. Η υποταγή αυτή ήταν το αποτέλεσμα της συνεχιζόμενης στρατιωτικής πίεσης και της επιτυχημένης διπλωματικής εκστρατείας που στόχευε στη διχόνοια και στην εξαγορά της βουλγαρικής ηγεσίας. Με τη νίκη επί των Βουλγάρων και τη μετέπειτα υποταγή των Σέρβων, εκπληρώθηκε ένας από τους στόχους του Βασίλειου Β', καθώς η αυτοκρατορία ανέκτησε τα σύνορά της στον Δούναβη για πρώτη φορά μετά από 400 χρόνια. Ο Βασίλειος γιόρτασε το γεγονός με ένα θρίαμβο στην Αθήνα, αφού πριν επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη συνέχισε την προέλασή του από τη Στρώμνιτσα έως το Μελένικο, εισέβαλε στη Πελαγονία και από τη πεδιάδα της Καρατζόβας έφθασε στη Θεσσαλονίκη (1015) και στη συνέχεια μέσω Λιβαδιάς[17] έφτασε στην Αθήνα, όπου παρέμεινε αρκετό χρονικό διάστημα και προσκύνησε στην Παναγία την Αθηνιώτισσα (στον Παρθενώνα)[18]. Μετά πήγε στον Πειραιά, όπου ήταν συγκεντρωμένος ο στόλος του, επιβιβάστηκε στα καράβια και έπλευσε στην Κωνσταντινούπολη. Από τη “Χρυσή Πύλη” μπήκε θριαμβευτικά στην πρωτεύουσα, στεφανωμένος με χρυσό στεφάνι και όρθιος πάνω σε μεγαλόπρεπο άρμα. Ο Βασίλειος Β' έδειξε τις ικανότητές του στην πολιτική, δίνοντας στους πρώην ηγέτες των Βουλγάρων τίτλους, θέσεις στην επαρχιακή διοίκηση και σημαντικά πόστα στο στρατό. Στις δε βουλγαρικές επαρχίες χορήγησε πλήρη πολιτική και εκκλησιαστική αυτονομία. Μ' αυτό τον τρόπο προσπάθησε να απορροφήσει τη βουλγαρική ελίτ στη βυζαντινή κοινωνία. Επίσης, η Βουλγαρία δεν είχε ανεπτυγμένη τη νομισματική οικονομία στον ίδιο βαθμό που υπήρχε στη Βυζαντινή αυτοκρατορία και ο Βασίλειος πήρε τη σοφή απόφαση να δεχθεί τις πληρωμές των φόρων σε είδος. Οι διάδοχοι του Βασίλειου άλλαξαν την πολιτική αυτή, γεγονός που δημιούργησε έντονη δυσαρέσκεια στη Βουλγαρία και οδήγησε αργότερα σε εξέγερση. Εκστρατεία κατά των Χαζάρων [Επεξεργασία] Οι στέπες του Πόντου, περίπου το 1015. Οι περιοχές με το μπλε χρώμα είναι εκείνες που ενδεχομένως εξακολουθούσαν να ήταν υπό τον έλεγχο των Χαζάρων. Αν και η δύναμη του Χαζαρικού Χαγανάτου είχε καταλυθεί από τους Ρως τη δεκαετία του 960, οι Βυζαντινοί δεν ήταν σε θέση να εκμεταλλευτούν πλήρως το κενό εξουσίας και να αποκαταστήσουν την κυριαρχία τους στην Κριμαία και σε άλλες περιοχές γύρω από τον Εύξεινο Πόντο. Το 1016, βυζαντινά στρατεύματα επιτέθηκαν στην Κριμαία, μεγάλο μέρος της οποίας ήταν υπό τον έλεγχο των Χαζάρων που είχαν ως βάση το Κερτς. Ο Γεώργιος Κεδρηνός αναφέρει ότι ο αρχηγός των Χαζάρων συνελήφθη και το διάδοχο κράτος τους καταστράφηκε. Στη συνέχεια οι Βυζαντινοί κατέλαβαν τη νότια Κριμαία. Τα τελευταία χρόνια [Επεξεργασία] Ο Βασίλειος Β' επέστρεψε θριαμβευτικά στην Κωνσταντινούπολη και στη συνέχεια επιτέθηκε ανατολικά προσαρτώντας εδάφη της σημερινής Γεωργίας και Αρμενίας[19]. Επίσης ενίσχυσε τα σύνορα σ' αυτές τις ορεινές περιοχές κατά τρόπο που θα μπορούσαν να αποδειχθούν αποτελεσματικά ενάντια στις επιδρομές των Σελτζούκων Τούρκων, εάν οι διάδοχοί του ήταν ικανοί. Εν τω μεταξύ, άλλες βυζαντινές δυνάμεις νίκησαν τους Λογγοβάρδους και επανέκτησαν μεγάλο μέρος της νότιας Ιταλίας, της οποίας ο έλεγχος είχε χαθεί από τη Βυζαντινή αυτοκρατορία για πάνω από 150 χρόνια. Ο Βασίλειος Β' πέθανε σε ηλικία 67 ετών, στις 15 Δεκεμβρίου του 1025, έχοντας περάσει σχεδόν ολόκληρη τη ζωή του πολεμώντας. Τις τελευταίες μέρες σχεδίαζε μία στρατιωτική εκστρατεία για να ανακτήσει τη Σικελία. Ο Βασίλειος Β' ήταν να ταφεί στην τελευταία διαθέσιμη σαρκοφάγο στη ροτόντα του Μέγα Κωνσταντίνου στο Ναό των Αγίων Αποστόλων. Ωστόσο ο ίδιος είχε ζητήσει από τον αδελφό του και διάδοχο Κωνσταντίνο Η' να ταφεί χωρίς πομπές και επισημότητες στο Ναό του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στην περιοχή Έβδομον, έξω από τα τείχη της Κωνσταντινούπολης. Το 1204, ο τάφος λεηλατήθηκε από τους σταυροφόρους της Δ' Σταυροφορίας. Η επιγραφή του τάφου είναι άγνωστης πατρότητας και χρονολογίας και είναι γνωστή μέσω χειρογράφων που σώθηκαν. Στίχοι ἐπιτάφιοι εἰς τὸν τάφον κυροῦ Βασιλείου τοῦ Βουλγαροκτόνου καὶ βασιλέως. ἄλλοι μὲν ἄλλῃ τῶν πάλαι βασιλέων αὑτοῖς προαφώρισαν εἰς ταφὴν τόπους, ἐγὼ δὲ Βασίλειος, πορφύρας γόνος, ἵστημι τύμβον ἐν τόπῳ γῆς Ἑβδόμου καὶ σαββατίζω τῶν ἀμετρήτων πόνων οὓς ἐν μάχαις ἔστεργον, οὓς ἐκαρτέρουν· οὐ γάρ τις εἶδεν ἠρεμοῦν ἐμὸν δόρυ, ἀφ’ οὗ βασιλεὺς οὐρανῶν κέκληκέ με αὐτοκράτορα γῆς, μέγαν βασιλέα· ἀλλ’ ἀγρυπνῶν ἅπαντα τὸν ζωῆς χρόνον Ῥώμης τὰ τέκνα τῆς Νέας ἐρυόμην ὁτὲ στρατεύων ἀνδρικῶς πρὸς ἑσπέραν, ὁτὲ πρὸς αὐτοὺς τοὺς ὅρους τοὺς τῆς ἕω, ἱστῶν τρόπαια πανταχοῦ γῆς μυρία· καὶ μαρτυροῦσι τοῦτο Πέρσαι καὶ Σκύθαι, σὺν οἷς Ἀβασγός, Ἰσμαήλ, Ἄραψ, Ἴβηρ· καὶ νῦν ὁρῶν, ἄνθρωπε, τόνδε τὸν τάφον εὐχαῖς ἀμείβου τὰς ἐμὰς στρατηγίας. Η εμφάνιση και ο χαρακτήρας του [Επεξεργασία] Χάρτης της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας το 1025, κατά το θάνατο του Βασιλείου Β'. Ο Βασίλειος Β' ήταν ένας γεροδεμένος άνδρας, ο οποίος, αν και με ανάστημα κάτω από το μέσο όρο, φαινόταν μεγαλοπρεπής πάνω στο άλογό του. Είχε γαλάζια μάτια και έντονα τοξωτά φρύδια. Επίσης είχε ελάχιστη γενειάδα αλλά τα μουστάκια του ήταν πλούσια και είχε τη συνήθεια να τα στριφογυρίζει ανάμεσα στα δάχτυλά του όταν σκεφτόταν κάτι ή ήταν πολύ θυμωμένος. Δεν ήταν ευφραδής ομιλιτής αλλά είχε πολύ δυνατό γέλιο. Ως ώριμος άνδρας είχε ασκητικές συνήθειες και δεν ενδιαφερόταν ιδιαίτερα για τη μεγαλοπρέπεια και τις τελετές της αυτοκρατορικής αυλής, ενώ συνήθως ήταν ντυμένος με στρατιωτική στολή. Ήταν ικανότατος στην κρατική διοίκηση και αποτελεί μοναδική περίπτωση μεταξύ των στρατιωτικών αυτοκρατόρων που πεθαίνοντας άφησε γεμάτα τα ταμεία της αυτοκρατορίας. Ο Βασίλειος Β' περιφρονούσε τη λογοτεχνία και γενικότερα τον πολιτισμό. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της βασιλείας του ήταν ενεργοί πολλοί ρήτορες και φιλόσοφοι. Ο στρατός τον λάτρευε, καθώς ο αυτοκράτορας πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της βασιλείας του εκστρατεύοντας με τον στρατό αντί να στέλνει τις διαταγές του από το παλάτι, όπως έκαναν οι περισσότεροι προκάτοχοί του. Έζησε τη ζωή του απλού στρατιώτη, σε σημείο που έτρωγε το ίδιο φαγητό με τους στρατιώτες του. Επίσης έπαιρνε τα παιδιά των σκοτωμένων αξιωματικών υπό την προστασία του και τους πρόσφερε στέγη, τροφή και μόρφωση. Πολλά απ' αυτά έγιναν αργότερα στρατιώτες και αξιωματικοί και τον θεωρούσαν σαν πατέρα τους. Ο Βασίλειος Β' ήταν δημοφιλής και στους αγρότες της χώρας. Η τάξη αυτή παρήγαγε το μεγαλύτερο μέρος των προμηθειών του στρατού και παρείχε τους περισσότερους στρατιώτες. Για να διασφαλίσει τη συνέχεια, ο Βασίλειος Β' εισήγαγε νόμους που προστάτευαν τη μικρή αγροτική ιδιοκτησία και μείωσε τους φόρους των αγροτών. Η βασιλεία του θεωρήθηκε ως περίοδος σχετικής ευημερίας παρά τους σχεδόν συνεχείς πολέμους. Απ' την άλλη μεριά, ο Βασίλειος αύξησε τους φόρους της αριστοκρατίας και της εκκλησίας και προσπάθησε να ελαττώσει την ισχύ και τον πλούτο τους. Αν και για ευνόητους λόγους δεν ήταν δημοφιλής στις τάξεις τους, κανένας απ' αυτούς δεν είχε τη δύναμη να αντιταχθεί αποτελεσματικά στον υποστηριζόμενο από το στρατό αυτοκράτορα. Ο Βασίλειος Β' ποτέ δεν παντρεύτηκε, ούτε απέκτησε παιδιά. Όταν ήταν νέος φλέρταρε με τις γυναίκες, αλλά όταν έγινε αυτοκράτορας επέλεξε να αφοσιωθεί στα καθήκοντα του κράτους. Ο Μιχαήλ Ψελλός αποδίδει τη ριζική αλλαγή του Βασίλειου, από τον έκλυτο νέο στον ζοφερό αυτοκράτορα, στα γεγονότα των εξεγέρσεων του Βάρδα Σκληρού και του Βάρδα Φωκά[20]. Ο ασκητισμός του Βασίλειου είχε ως αποτέλεσμα να αφήσει ως διάδοχο τον αδελφό του και τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειάς του, που αποδείχθηκαν αναποτελεσματικοί ως ηγέτες. Παρ' όλα αυτά, ακολούθησαν 50 χρόνια ευημερίας και πνευματικής ανάπτυξης χάρη στους πόρους του κράτους. Υπό τον Βασίλειο Β', η Βυζαντινή αυτοκρατορία είχε πιθανόν έναν πληθυσμό 18.000.000 κατοίκων και, χάρη στη συνετή του διαχείριση, το αυτοκρατορικό θησαυροφυλάκιο συσσώρευσε εκατομμύρια νομίσματα, τα σύνορα ήταν ασφαλή από εισβολείς και η Βυζαντινή αυτοκρατορία αναγνωρίστηκε απ' όλους ως το πιο εύπορο και καλά διοικούμενο βασίλειο του χριστιανικού κόσμου.

Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2012

Μακεδονική δυναστεία{Kων/νος Ατματζίδης}

Η Μακεδονική Δυναστεία ήταν αυτοκρατορική δυναστεία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας (867-1057), που κράτησε 190 χρόνια. Ιδρυτής και γενάρχης της δυναστείας ήταν ο αυτοκράτορας Βασίλειος Α'. Κατάλογος Βυζαντινών Αυτοκρατόρων της Δυναστείας [Επεξεργασία] Βασίλειος Α' (ο Μακεδών), (867-886) Λέων ΣΤ' (ο Σοφός ή Φιλόσοφος), (886-912) Αλέξανδρος (συναυτοκράτορας) (879-912) αυτοκράτορας (912-913) Κωνσταντίνος Ζ' (ο Πορφυρογέννητος), (912-959) - συναυτοκράτορας με τον Ρωμανό Α' (τον Λεκαπηνό), (920-944) Ρωμανός Β', (959-963) Νικηφόρος Β' Φωκάς, (963-969) Ιωάννης Α' Τσιμισκής (969-976) Βασίλειος Β' (ο Βουλγαροκτόνος), (976-1025) Κωνσταντίνος Η', συναυτοκράτορας (976-1025), αυτοκράτορας (1025-28) Ζωή Α' (συμβασίλισσα με τους διαδοχικούς συζύγους της Ρωμανό Γ' Μιχαήλ Δ' και τον Μιχαήλ Ε'(ανηψιό του Μιχαήλ Δ'), (1028-1042) Ρωμανός Γ' Αργυρός, (1028-1034) Μιχαήλ Δ' (ο Παφλαγών), (1034-1041) Μιχαήλ Ε' Καλαφάτης, (1041-1042) Ζωή Α' (1042) Θεοδώρα συναυτοκράτειρα (1042) Κωνσταντίνος Θ' (ο Μονομάχος), (3ος σύζυγος της Ζωής), (1042-1054) Θεοδώρα, (1054-1056) Μιχαήλ ΣΤ' (ο Στρατιωτικός)- ορίστηκε διάδοχος του Θρόνου από τη Θεοδώρα (1056-1057) Γενεαλογία της Μακεδονικής Δυναστείας [Επεξεργασία] Ο αυτοκράτορας Βασίλειος Α' (ο Μακεδών) γεν. το 812 στην Αδριανούπολη, πρωτεύουσα τότε του θέματος της Μακεδονίας, εξ ου και το προσωνύμιο, και πεθ. στις 29 Αυγούστου 886. Σε 1ο γάμο, παντρεύτηκε την επίσης Μακεδόνισσα Μαρία και σε 2ο γάμο την Ευδοκία Ιγγερίνα (πεθ. 882), ερωμένη του αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ' (του Μέθυσου), της Φρυγιανής Δυναστείας. Από τον 1ο γάμο απέκτησε ένα γιό τον Κωνσταντίνο και από τον 2ο,τρεις, τον Λέοντα, μετέπειτα αυτοκράτορα Λέοντα ΣΤ',τον Αλέξανδρο, μετέπειτα συναυτοκράτορα και αυτοκράτορα,και τον Στέφανο (μετέπειτα Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως). α1. Ο αυτοκράτορας Λέων ΣΤ' γενήθηκε 1 Σεπτεμβρίου 866 και πέθανε 11 Μαΐου 912. Ανέβηκε στο θρόνο, όταν πέθανε ο πατέρας του, σε ηλικία 20 ετών. Σε 1ο γάμο, παντρεύτηκε τη Θεοφανώ (γεν. 865, πεθ. 10 Νοεμβρίου 897), σε 2ο τη Ζωή Ζαουτζίνα (γεν. 870, πεθ. 899), σε 3ο γάμο την Ευδοξία Βαγιανά και σε 4ο τη Ζωή Καρβουνοψίνα (γεν. 885, πεθ. 920). Από τον 4ο γάμο και μόνο, απέκτησε ένα γιό, τον διάδοχο και μετέπειτα αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Ζ' Πορφυρογέννητο και δύο κόρες, τις Ευδοξία και Άννα. β1. Ο Κωνσταντίνος Ζ' Πορφυρογέννητος γεν. Σεπτ./Οκτ. 905 και πεθ. 959. Ανέβηκε στο θρόνο, όταν πέθανε ο πατέρας του, σε ηλικία 7 ετών. Παντρεύτηκε την Ελένη, κόρη του συναυτοκράτορα Ρωμανού Α' του Λεκαπηνού της Δυναστείας Λεκαπηνών, με την οποία απέκτησε το διάδοχο και μετέπειτα αυτοκράτορα Ρωμανό Β' και τέσσερις κόρες, τις Ζωή, Αγαθή, Άνα και Θεοδώρα. γ1. Ο αυτοκράτορας Ρωμανός Β' γεν. το 939 και πέθανε δηλητηριασμένος από τη 2η σύζυγό του, το 963. Παντρεύτηκε σε 1ο γάμο την Ευδοξία (πεθ. 949) και σε 2ο γάμο τη Θεοφανώ - Αναστασία (γεν. 941, πεθ. 976), η οποία στη συνέχεια παντρεύτηκε τον αυτοκράτορα Νικηφόρος Β' Φωκά. Από το 2ο γάμο του απέκτησε τέσσερα παιδιά, τον διάδοχο και αργότερα αυτοκράτορα Βασίλειο Β' Βουλγαροκτόνο, τον μετέπειτα συμβασιλέα και αυτοκράτορα Κωνσταντίνος Η', τη Θεοφανώ και την Άννα (από τα παιδιά του Ρωμανού Β', πορφυρογέννητοι ήταν ο Κωνσταντίνος και η Άννα). δ1. Ο αυτοκράτορας Βασίλειος Β' ο Βουλγαροκτόνος , γεννήθηκε το 957, ανέβηκε στο Θρόνο σε ηλικία 19 ετών και πέθανε το 1025, άτεκνος. δ2. Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Η' γεννήθηκε το 961 και πέθανε το 1028. Από το γάμο του απέκτησε δύο κόρες, τις μετέπειτα αυτοκράτειρες Θεοδώρα και Ζωή. ε1. Η αυτοκράτειρα Θεοδώρα πέθανε το 1056, ανύπαντρη - άτεκνη. ε2. Η αυτοκράτειρα Ζωή Α' η Πορφυρογέννητη, υπήρξε η αυτοκράτειοα με τις περισσότερες ερωτικές σχέσεις. Διατηρώντας τη συμβασιλεία και προσφέροντας τον θρόνο στους διαδοχικούς συζύγους της, συνήψε τρεις γάμους: 1ο με το συναυτοκράτορα Ρωμανό Γ' Αργυρό (πεθ. 1034), 2ο με το συναυτοκράτορα Μιχαήλ Δ' τον Παφλαγόνα (πεθ. 1041) και 3ο με το συναυτοκράτορα Κωνσταντίνο Θ' τον Μονομάχο (γεν. 980, πεθ. 1054). Παρά τους τρεις γάμους της, πέθανε το 1050, άκληρη. δ3. Η Θεοφανώ γεννήθηκε το 956 και παντρεύτηκε τον αυτοκράτορα Όθωνα Β' της Γερμανίας (γεν. 955, πεθ. 983). δ4. Η αυτοκράτειρα Άννα η Πορφυρογέννητη γεννήθηκε το 963 και πέθανε το 1011. Παντρεύτηκε τον Βλαδίμηρο Α', Μέγα Ηγεμόνα του Κιέβου (πέθ. 15 Ιουλίου 1015). γ2. Ζωή. γ3. Αγαθή. γ4. Άνα (με ένα ν). γ5. Θεοδώρα. Παντρεύτηκε τον αυτοκράτορα Ιωάννη Α' Τσιμισκή (ο οποίος γεννήθηκε το 924, πέθανε 10 Ιανουαρίου 976). β2. Ευδοξία (γεν. 888, πεθ. 8992, 4ετών). β3. Άννα (γεν. 898, πεθ. 914). Παντρεύτηκε, το 905, τον Λουδοβίκο Γ' τον Τυφλό (πεθ. 928). α2. Αυτοκράτορας Αλέξανδρος, γεννήθηκε το 867, πέθανε 6 Ιουνίου 913. Παντρεύτηκε τη Ζωή Καρβουνοψίνα (4η σύζυγο του αδελφού του, Λέοντα ΣΤ'). α3. Στέφανος, έγινε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως. Σημαντικότερα γεγονότα επί της Μακεδονικής Δυναστείας (867-1057) [Επεξεργασία] 867 Ο Βασίλειος Α' ο Μακεδών ανακηρύσσεται αυτοκράτορας του Βυζαντίου. 876 Άλωση της Βάρεως (Μπάρι) από τους Βυζαντινούς. 878 Άλωση των Συρακουσών από τους Άραβες. 887-893 Δημοσίευση των Βασιλικών. 893 Διάρρηξη σχέσεων μεταξύ Λέοντα ΣΤ' και Τσάρου Συμεών Α' των Βουλγάρων. 902 Άλωση της Ταορμίνα από τους Άραβες - Απώλεια Σικελίας. 904 Άλωση της Θεσσαλονίκης από τους Άραβες. 916 Μεγάλη ήττα των Βυζαντινών από τους Βουλγάρους του Συμεών, παρά την Αγχίαλο (Πομόριε). 915 Μάχη του Garigliano. 919 Σφετερισμός του Ρωμανού Α' Λεκαπηνού. 924 Ο Τσάρος Συμεών των Βουλγάρων έξω από τα τείχη της Κωνσταντινούπολης. 927 Θάνατος του Τσάρου Συμεών και ειρήνη με το Βυζάντιο -Αναγνώριση του Βουλγαρικού Πατριαρχείου. 928 Μεγάλος λιμός. Οι μεγάλοι γαιοκτήμονες (δυνατοί) εκμεταλλεύονται την ευκαιρία για να αποκτήσουν τη γη των μικρών ιδιοκτητών. Μέτρα του Ρωμανού Λεκαπηνού για να το αποτρέψει. 942 Μεγάλη επιτυχής επιδρομή του στρατηγού Ιωάννη Κουρκούα στις κατεχόμενες από τους Άραβες Αρμενία και Μεσοποταμία. 944 Επιτυχής πολιορκία της Έδεσσας. 949 Αποτυχημένη απόπειρα ανακατάληψης της Κρήτης από τους Σαρακηνούς Άραβες. 961 Ανάκτηση της Κρήτης από τον Νικηφόρο Φωκά, επικεφαλής στόλου από 307 πολεμικά πλοία και εκατοντάδες άλλα μικρότερα - Μεγάλη ήττα του σκληροτράχηλου Άραβα στρατηγού Sayf al-Dawla, στα βουνά του Ταύρου, κατά την επιστροφή του από επιδρομή στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας. 963 Αυτοκράτορας Βυζαντίου ο Νικηφόρος Β' Φωκάς. 965 Κατάκτηση της Κιλικίας. 967 Αναθερμαίνεται ο Βουλγαρικός πόλεμος. 968 Οι Ρως στη Βουλγαρία. - Άλωση της Αντιόχειας. 969 Δολοφονία Νικηφόρου Β' Φωκά. Αυτοκράτορας ο Ιωάννης Α' Τσιμισκής. 971 Στάση του Βάρδα Φωκά, οποία καταστέλλεται από τον Βάρδα Σκληρό. 975 Ο αυτοκράτορας Ιωάννης Α' εκστρατεύει στη Συρία 976 Ανάρρηση του Βασιλείου Β' στο θρόνο - Επανάσταση του Βάρδα Σκληρού στη Μικρά Ασία. 978-979 Η αυτοκρατορία στέλνει τον πρώην εξόριστο Βάρδα Φωκά εναντίον του Βάρδα Σκληρού. Ο Σκληρός ηττάται και καταφεύγει στους Άραβες. 977-986 Ο Τσάρος Σαμουήλ της Βουλγαρίας καταλαμβάνει τη Μακεδονία και τη Θεσσαλία και εισχωρεί στην Πελοπόννησο. 986 Υπό την ηγεσία του άπειρου Βασιλείου Β', οι Βυζαντινοί ηττώνται από τους Βουλγάρους, στα στενά της Πύλης Τραϊανού. Με αφορμή την ήττα του αυτοκράτορα, ο Βάρδας Σκληρός ξαναρχίζει ανταρσία. 987 Ο Βασίλειος στέλνει ξανά τον Βάρδα Φωκά εναντίον του Βάρδα Σκληρού, όμως οι δύο Βάρδες συμμαχούν μεταξύ τους. 989 Συμμαχία με τους Ρως και έναρξη του εκχριστιανισμού των - Με τη βοήθεια των Ρως, ο Βασίλειος καταπνίγει, τελικά, την ανταρσία. 995 Ο αυτοκράτορας Βασίλειος Β' ο Βουλγαροκτόνος εκστρατεύει στη Συρία. 996 Ήττα των Βουλγάρων παρά τον Σπερχειό ποταμό. 998 Οι Φατιμίδες της Αιγύπτου ανακαταλαμβάνουν βυζαντινές θέσεις στη Συρία. 999 Μεγάλη εκστρατεία του Βασιλείου στη Συρία. Οι Φατιμίδες αναγκάζονται να συνθηκολογήσουν. 1000-1004 Συντονισμένη επιτυχής επίθεση εναντίον των Βουλγάρων. 1014 Οι Βούλγαροι ηττώνται αποφασιστικά στη μάχη στο Κλειδί. Ο Τσάρος Σαμουήλ πεθαίνει λίγο αργότερα. 1018 Πλήρης καθυπόταξη της Βουλγαρίας - Επανάσταση στη Νότια Ιταλία. 1021-1022 Προσάρτηση της Αρμενίας. 1022 Ο στρατηγός Νικηφόρος Ξιφίας επαναστατεί, μαζί με τον Νικηφόρο Φωκά, γιο του Βάρδα Φωκά. Η επανάσταση καταστέλλεται. 1031 Απώλεια της Έδεσσας (Ούρφα) και ανακατάληψή της από τους Βυζαντινούς υπό το στρατηγό Γεώργιο Μανιάκη. 1038 Επιτυχίες του Γεωργίου Μανιάκη στη Σικελία. 1040 Ανταρσία της Βουλγαρίας. 1042 Στάση στην Κωνσταντινούπολη - Πτώση του Μιχαήλ Ε' και τύφλωσή του - Συναυτοκράτειρες η Θεοδώρα και η Ζωή. 1054 Ο Πατριάρχης Μιχαήλ Α΄ Κηρουλάριος διαρρηγνύει οριστικά τις σχέσεις με τον Πάπα της Ρώμης. Τη Μακεδονική Δυναστεία διαδέχθηκε η Δυναστεία των Δουκάδων.

Παρασκευή 22 Ιουνίου 2012

ΤΟ ΠΛΙΑΤΣΙΚΟ ΤΩΝ ΓΕΡΜΑΝΩΝ


Το πλιάτσικο και η κατάρρευση της αγοράς Θα ήθελα να κάνω μια παρέκβαση, για να σας ζητήσω να θυμηθείτε πώς μια ευημερούσα και εργατική πόλη, σχεδόν... χωρίς εξωτερικές αλλαγές, έγινε το κατοικητήριο ορδών από άπορους, λιμοκτονούντες ανθρώπους», έγραφε ο Μπέρτον Μπέρυ, Αμερικανός διπλωμάτης στην Αθήνα. «Φυσικά η απάντηση είναι ο γερμανικός στρατός κατοχής». Ο στρατός έδειχνε υποσιτισμένος, κουρασμένος, ακόμη και «στα πρόθυρα της λιμοκτονίας», όταν πρωτόφτασε. Παρόλο που η Κατοχή συνεχιζόταν χωρίς ιδιαίτερη βία, οι στρατιώτες έπαιρναν τρόφιμα και επίτασσαν ό,τι ήθελαν. «Οι Γερμανοί ζουν τελευταία με έξοδα της χώρας», έγραψε ένας πληροφοριοδότης που έφυγε τον Ιούλιο. «Δεν έφεραν μαζί τους τρόφιμα για τους άνδρες ούτε και χώρους συσσιτίου. Οι άνδρες απλούστατα έτρωγαν σε εστιατόρια. Οι μονάδες δεν κοιμόνταν σε στρατόπεδα, για να αποφύγουν τους βομβαρδισμούς, αλλά σε σπίτια ιδιωτών. Πολλά απ’ αυτά διαρπάχθηκαν εξ ολοκλήρου». Είχαν αναφερθεί Γερμανοί στρατιώτες που σταματούσαν διαβάτες στην πλατεία Ομονοίας και απαιτούσαν να τους δώσουν τα ρολόγια και τα χρυσαφικά τους. Ένας Έλληνας λιμενικός επέστρεψε στο γραφείο του λίγες εβδομάδες αφότου είχε αρχίσει η Κατοχή και διαπίστωσε πως «δεν έχει μείνει τίποτα στο παλιό μου γραφείο. Οτιδήποτε μπορούσε να χρησιμεύσει στις γερμανικές αρχές, γραφεία, καρέκλες, χρηματοκιβώτια κ.λπ., είχε παρθεί απ’ αυτούς. Τα υπόλοιπα είχαν καταστραφεί ή χρησιμοποιηθεί για καυσόξυλα». Όταν η Βέρμαχτ μπήκε στην Ελλάδα, μια σειρά από νίκες σε όλη την Ευρώπη είχε δώσει στο στρατό μια αίσθηση ότι ήταν σχεδόν υπεράνθρωπα ακατανίκητοι. Η συμπεριφορά τους άφηνε ένα νεαρό Αμερικανό στην Αθήνα με το στόμα ανοιχτό. Έγραφε πως το ηθικό και η πειθαρχία είχαν αντικατασταθεί από «μια συντεχνιακή συνειδητοποίηση δύναμης που διαπερνά τον γερμανικό στρατό, από τους στρατηγούς ώς τους ιδιώτες. Όλοι τους φαίνονται να έχουν μια μαζική αίσθηση ακάθεκτης δύναμης (με σχεδόν σαδιστικές αποχρώσεις), η οποία πλάθει μια ψυχολογία που δύσκολα την καταλαβαίνουν οι απέξω». Ο μουσικολόγος Μίνως Δούνιας ήταν απλώς σοκαρισμένος: «Πού είναι η πατροπαράδοτη γερμανική τιμιότητα; Έζησα δεκατρία χρόνια στη Γερμανία και κανείς δεν με εξαπάτησε. Τώρα ξαφνικά με τη “Νέα Τάξη” έχουν όλοι μετατραπεί σε λωποδύτες. Αδειάζουν τα σπίτια απ’ ό,τι τους χτυπήσει στο μάτι. Στο σπίτι του Πιστολάκη έκοψαν από τα μαξιλάρια τα κεντήματα και αφαίρεσαν τα κρητικά κειμήλια από την πολύτιμη συλλογή του σπιτιού. Από τα φτωχόσπιτα της επαρχίας έκλεψαν τα σεντόνια και τις βελέντζες. Από άλλες κατοικίες άρπαξαν ελαιογραφίες και αφαίρεσαν και αυτά ακόμη τα μετάλλινα πόμολα της πόρτας». Έντονη κριτική στη Βέρμαχτ γινόταν επίσης και από γερμανικές πηγές. Στις 25 Μαΐου ο πληρεξούσιος Άλτενμπουργκ προειδοποιούσε ανήσυχος το Βερολίνο για την «καταστροφική τροφοδοσία» στην Ελλάδα, και έλεγε πως ο στρατός θα έπρεπε να φέρνει τρόφιμα μάλλον στη χώρα παρά να τα παίρνει έξω. Συμφωνούσε με αυτό και μία έκθεση της Άπβερ, η οποία περιέγραφε μια όχι κολακευτική αντίθεση ανάμεσα στους Βρετανούς που είχαν μοιράσει στοκ τροφίμων προτού αποχωρήσουν στους Ιταλούς, οι οποίοι, απ’ ό,τι φαίνεται, μοίραζαν ζυμαρικά και λάδι, και στη Βέρμαχτ που είχε επιδοθεί στην επίταξη κάθε μεταφορικού μέσου και τροφίμου. «Αφού οι γερμανικές δυνάμεις χρειάστηκε να ζήσουν από την ντόπια παραγωγή κατά τη γρήγορη προέλασή τους μέσα στη χώρα», κατέληγε η έκθεση, «πρέπει να χρησιμοποιήσουν [τα αποθέματά τους] για να αποζημιώσουν τους κατοίκους». Ωστόσο, παράλληλα με το πλιάτσικο των μεμονωμένων στρατιωτών, οι αξιωματικοί του εφοδιασμού προχωρούσαν σε επιτάξεις πολύ μεγαλύτερων ποσοτήτων αγαθών: 25.000 πορτοκάλια, 4.500 λεμόνια και 100.000 τσιγάρα έφυγαν από τη Χίο μέσα στις τρεις πρώτες εβδομάδες της Κατοχής. Το ατμόπλοιο Pierre Luigi, που σαλπάρισε από τον Πειραιά τον Ιούνιο, κουβαλούσε ένα τυπικό φορτίο — εκατοντάδες μπάλες βαμβακερά προϊόντα, λινάρι και σολόδερμα που είχαν κατασχεθεί από ελληνικές αποθήκες για να σταλούν βόρεια, στην Ανώτατη Διοίκηση της Βέρμαχτ. Οι αξιωματικοί του στρατού κατάσχεσαν επίσης αποθέματα σταφίδας, σύκων, ρυζιού και ελαιόλαδου. Ο Αμερικανός Τζέιμς Σέιφερ, στέλεχος πετρελαϊκής εταιρείας που δούλευε στην Ελλάδα, συνόψισε την κατάσταση ως εξής: «Οι Γερμανοί διαρπάζουν με όλες τους τις δυνάμεις, είτε ανοιχτά είτε εξαναγκάζοντας τους Έλληνες να πουλάνε για χαρτονομίσματα χωρίς αξία που εκδίδονται τοπικά». Τεκμήριο του υψηλού βαθμού σχεδιασμού που υπήρχε πίσω απ’ αυτά τα μέτρα ήταν ότι επιχειρηματίες, συχνά με πείρα του βαλκανικού χώρου, ήταν αποσπασμένοι στο Οικονομικό Επιτελείο της Ανώτατης Διοίκησης της Βέρμαχτ, από εταιρείες όπως η Κρουπς και η Ι. Γκ. Φάρμπεν. Ο Sonderfuhrer X. Χάινε είχε προσπαθήσει να αποκτήσει πρόσβαση στα αποθέματα χρωμίου των Βαλκανίων για λογαριασμό της Κρουπς προτού ξεσπάσουν οι εχθροπραξίες. Με τη στολή της Βέρμαχτ τώρα, μπήκε στα γραφεία των ελληνικών μεταλλευτικών επιχειρήσεων και εξασφάλισε διάφορες μακρόχρονες μισθώσεις σε συμφέρουσες τιμές. Ένας άλλος υπάλληλος της Κρουπς έφτιαξε τα συμβόλαια. «Κατά τη διάρκεια της περιόδου από 1-10 Μαΐου 1941 στην Αθήνα», ανέφερε με ικανοποίηση, «ολόκληρη η παραγωγή των ελληνικών ορυχείων σε πυρίτη, σιδηρομετάλλευμα, χρωμιούχο μετάλλευμα, νικελώδες μετάλλευμα, μαγνήσιο, μαγγάνιο, βρανίτη και χρυσό είχε κλειστεί για τη Γερμανία σε μακροπρόθεσμη βάση». Μέλη του Οικονομικού Επιτελείου είχαν αναλάβει τις εταιρείες ηλεκτρικής ενέργειας, τα ναυπηγεία Βασιλειάδη, υφαντουργεία και το πυριτιδοποιείο του Μποδοσάκη. Η Shell αναγκάστηκε να πουλήσει το εργοστάσιό της στην Ελλάδα στους Γερμανούς, αφού την προειδοποίησαν ότι θα το κατηγορούσαν για σαμποτάζ και θα έκαναν κατάσχεση της ιδιοκτησίας του. Αποθέματα καπνού που βρίσκονταν στις αποθήκες της Βόρειας Ελλάδας, δέρματα, βαμβακερά υφάσματα και κουκούλια μετάξι κατασχέθηκαν ή αγοράστηκαν σε προπολεμικές τιμές και στάλθηκαν βόρεια, στο Ράιχ. Ο Γάλλος γενικός διευθυντής των μεταλλείων ασημιού του Λαυρίου ειδοποιήθηκε από τους Γερμανούς να βιαστεί και να υπογράψει νέο συμβόλαιο, προτού αναλάβουν οι Ιταλοί! Έτσι, μέσα στις πρώτες εβδομάδες της Κατοχής, τα κεφάλαια πέρασαν σε γερμανικά χέρια με απίστευτο ρυθμό. «Μετά το τέλος του πολέμου», δήλωνε ένα υπόμνημα του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών, «οι Ιταλοί θα αναγκασθούν να αποδεχθούν το γεγονός ότι η νίκη στα Βαλκάνια, που κερδήθηκε με γερμανικό αίμα, θα προσφέρει οικονομικά πλεονεκτήματα στο Ράιχ». Φυσικά, οι Ιταλοί δεν συμμερίζονταν αυτή την άποψη. Εκπρόσωποι των ιταλικών επιχειρηματικών συμφερόντων στην Ελλάδα, άνθρωποι όπως ο πρώην υπουργός Οικονομικών του Μουσολίνι κόμης Βόλπι, γρήγορα βρέθηκαν καθ’ οδόν προς την Αθήνα. Στις 8 Μαΐου, προτού το ιταλικό υπουργείο Εξωτερικών στείλει μόνιμο αντιπρόσωπο στην Αθήνα, ο Βόλπι έφτασε με πολλή ακολουθία για να πιέσει τους Έλληνες βιομηχάνους να παζαρέψουν μαζί του παρά με τους Γερμανούς. Την ίδια μέρα, οι συνεργάτες του επισκέφθηκαν την Εθνική Τράπεζα στην Αθήνα και απαίτησαν πακέτα μετοχών σε ελληνικές εταιρείες ηλεκτρισμού. Η επίσκεψή τους συνέπεσε με περαιτέρω απαιτήσεις από τη μεριά του Βάλτερ Ντέρερ, του Οικονομικού Επιτελείου της Βέρμαχτ (και πρώην υπαλλήλου της Rheinmetall-Borsig), για τα μερίδια της Τράπεζας στα μεγάλα βιομηχανικά κοντσέρν. Στα τέλη Μαΐου η κούρσα για το ποιος θα άρπαζε την περιουσία της Ελλάδας είχε αρχίσει σαφώς να τραυματίζει τη συνεργασία του Άξονα και μια ψύχρα είχε εδραιωθεί στις συνεννοήσεις ανάμεσα στις δύο πλευρές. Ο υπουργός Εξωτερικών Τσιάνο προειδοποίησε ότι «αυτό το “πλιάτσικο”, το οποίο ορισμένα γερμανικά ιδιωτικά συμφέροντα εφαρμόζουν στις βασικές οικονομικές δραστηριότητες της χώρας που κατακτήσαμε, σίγουρα δεν εναρμονίζεται με τη συνεργασία... την τόσο ζωτική και για τις δύο χώρες, που θα έπρεπε να υπάρχει ανάμεσα στη Ρώμη και το Βερολίνο». Για να αποτραπεί η ακόμα σοβαρότερη επιδείνωση των σχέσεων, οι Γερμανοί χαλάρωσαν λίγο το ρυθμό τους. Γενναιόδωροι, επέτρεψαν σε μια ιταλική εταιρεία να αγοράσει μετοχές στα μεταλλεία νικελίου της Λοκρίδας — με τα οποία, στην πραγματικότητα, είχε αποκλειστικό συμβόλαιο πριν από τον πόλεμο! Οι συνέταιροι του Άξονα χώρισαν μεταξύ τους τα αποθέματα της χώρας σε δέρματα, ενώ το βαμβάκι, η ρητίνη και άλλα αγαθά χρήσιμα στην πολεμική προσπάθεια των Ιταλών στάλθηκαν στην αντίπερα όχθη της Αδριατικής. Η γερμανική γενναιοδωρία όμως είχε τα όριά της. Το Βερολίνο εκώφευσε στις προτάσεις της Ρώμης, ότι μια «ολοκληρωτική λύση» στο ελληνικό πρόβλημα έπρεπε να επεκτείνει τον ιταλικό έλεγχο και στην περιοχή της Θεσσαλονίκης. Οι Γερμανοί είχαν καμπόσους ισχυρούς λόγους να θέλουν να μείνουν στη Θεσσαλονίκη: εκεί κοντά υπήρχαν ορυχεία, τα οποία ήλπιζαν ότι θα μπορούσαν να καλύψουν ίσαμε το 30% των αναγκών του Ράιχ σε χρώμιο, καθώς και εύφορες κοιλάδες που παρήγαν στάρι, βαμβάκι και καπνό. Οι πολιτικές αυτές της απαλλοτρίωσης και της λεηλασίας —αντανάκλαση μιας αυτοκαταστροφικής, τελικά, τάσης που είχε το Βερολίνο να βλέπει μόνο τα οικονομικά ευεργετήματα της κατάκτησης και να παραβλέπει τα πολιτικά— είχε ολέθριες συνέπειες για την Ελλάδα. Τα αποτελέσματα άρχισαν να φαίνονται σύντομα στην απότομη άνοδο της ανεργίας και στην ξαφνική πτώση της βιομηχανικής παραγωγής, καθώς τα εργοστάσια έκλειναν από έλλειψη πρώτων υλών ή επειδή ο εξοπλισμός και τα αποθέματά τους είχαν σταλεί έξω από τη χώρα. Το χειρότερο απ’ όλα όμως ήταν τα αποτελέσματα στην προσφορά τροφίμων. Στη λεπτομερειακή έρευνά του για τα αίτια της σιτοδείας, ο οικονομολόγος Αμάρτυα Σεν έχει δείξει πως λίγοι λιμοί προκαλούνται αποκλειστικά από φυσικές καταστροφές. Οι ανθρώπινες ενέργειες και οι κοινωνικές δυνάμεις —ο τύπος του συστήματος καλλιέργειας, η δομή της αγοράς, οι λαϊκές απόψεις για τα βασικά δικαιώματα και η ανταπόκριση της πολιτείας— καθορίζουν συχνά αν ένας λαός θα φάει ή θα πεθάνει της πείνας. Στο λιμό της Βεγγάλης το 1943, ο Σεν ανακάλυψε πως «οι ισχυρές πληθωριστικές πιέσεις, η έντονη κερδοσκοπία και η πανικόβλητη αποθησαύριση» συντέλεσαν στην εκτεταμένη λιμοκτονία. Η ανάλυσή του έδειξε πώς μια μικρή σχετικά πτώση στο μέγεθος της σοδειάς μεταβλήθηκε σε μια «εξαιρετική ανεπάρκεια στην παροχή της αγοράς». Κάτι ανάλογο βρισκόταν πίσω από τον φοβερό λιμό που ήταν έτοιμη να ζήσει η Ελλάδα. Εξαιτίας των πολεμικών αναστατώσεων, η σοδειά του 1941 στις περισσότερες καλλιέργειες ήταν μεταξύ 15-30% μικρότερη απ’ ό,τι πριν από τον πόλεμο. Ακόμα και αυτοί οι αριθμοί θα αρκούσαν για να επιζήσει ο πληθυσμός σε οριακό επίπεδο διαβίωσης, αν το κράτος είχε μπορέσει να συλλέξει και να διανείμει με δελτίο τη σιτοπαραγωγή. Τα σιτηρά και άλλα τρόφιμα έπρεπε να συλλεγούν από τους αγρότες στις περιοχές που είχαν πλεόνασμα, να μεταφερθούν στις κύριες ελλειμματικές περιοχές, ιδίως στην Αθήνα και τον Πειραιά, και να διανεμηθούν εκεί με δελτίο. Όπως παρατηρεί ο Σεν, η πολυπλοκότητα αυτών των ενεργειών και τα προβλήματα που θέτουν σε έναν κρατικό μηχανισμό δεν είναι αυτονόητο ότι μπορούν να λυθούν μέσα στις πιέσεις της Κατοχής, η κυβέρνηση Τσολάκογλου αποδείχτηκε ανίκανη να αντεπεξέλθει. Μια βασική δυσκολία ήταν ότι στην Ελλάδα τα σιτηρά δεν παράγονταν σε μεγάλα, προσιτά αγροκτήματα που να μπορούν να τα ελέγξουν οι τοπικές αρχές. Μετά τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο η αγροτική μεταρρύθμιση του Βενιζέλου είχε κάνει την Ελλάδα έθνος μικροϊδιοκτητών. Τα σιτηρά φυτεύονταν από χιλιάδες μικροκαλλιεργητές, οι οποίοι συνήθως εμπορεύονταν μονάχα ένα μικρό κομμάτι της παραγωγής τους. Τα προπολεμικά μέτρα συγκέντρωσης από το ελληνικό κράτος ήταν εθελούσια και σκοπός τους ήταν η στήριξη των αγροτικών τιμών, η δε επάρκεια των σιτηρών εξαρτιόταν σε μεγάλο βαθμό από την προθυμία των Ελλήνων μικροϊδιοκτητών να προσφέρουν τις σοδειές τους για πούλημα. Από τη στιγμή που άρχισαν να μη θέλουν να πουλήσουν, για το κράτος ήταν δαπανηρό και δύσκολο να τους αναγκάσει. Η πολιτική της κρατικής συγκέντρωσης βασιζόταν επίσης σε ένα σταθερό σύστημα τιμών. Οι αγρότες θα πουλούσαν στη συγκέντρωση όταν οι κρατικές τιμές στήριξης ήταν αρκετά ψηλές σε σύγκριση με εκείνες της ελεύθερης αγοράς. Ο πληθωρισμός μείωνε την πραγματική αξία των τιμών στήριξης και ενθάρρυνε τους αγρότες να πουλούν σε ιδιώτες. Ο υπερπληθωρισμός έκανε σχεδόν αδύνατο για τους δημόσιους λειτουργούς να συγκεντρώσουν τα αποθέματα σταριού της χώρας. Η οικονομική πολιτική που ακολούθησαν οι αρχές του Άξονα τις πρώτες εβδομάδες της Κατοχής έφεραν σε πλήρη αμηχανία το προπολεμικό σύστημα συγκέντρωσης. Και η Βέρμαχτ και οι Ιταλοί έστηναν μπλόκα στους δρόμους, ήλεγχαν τις αποθήκες και έκαναν κατάσχεση στις σοδειές για να τις καταναλώσουν οι άνδρες τους. Οι ενέργειες αυτές, μαζί με τις φήμες που γεννούσαν, έκαναν τους αγρότες να διστάζουν να φέρουν τη σοδειά τους στην αγορά ή έστω να δηλώσουν το μέγεθος σοδειάς που προσδοκούσαν. Ταυτόχρονα, η επίταξη αγελαίων ζώων αύξαινε το κόστος μεταφοράς των τροφίμων από τις αγροτικές περιοχές στις πόλεις όπου τα χρειάζονταν. Οι τιμές ανέβαιναν σταθερά, τροφοδοτούμενες από το χρήμα που τυπωνόταν για να καλύπτει τις απαιτήσεις των αρχών κατοχής. Ο πληθωρισμός οδήγησε τους παραγωγούς και τους λιανοπωλητές στο να αποσύρουν τα προϊόντα τους από την αγορά, και άρχισε να διαδίδεται η αποθησαύρισή τους. Αγνοώντας την επίσημη τιμή αγοράς του σταριού που είχε θεσπιστεί από τις αρχές τον Ιούνιο, οι αγρότες πουλούσαν στη διπλή τιμή ή και περισσότερο προς τους αξιωματικούς του στρατιωτικού εφοδιασμού και προς τους εμπόρους που περιόδευαν την επαρχία. Λίγο τους ενδιέφεραν τα διατάγματα που τους πρόσταζαν να παραδίδουν καθορισμένες ποσότητες στον κρατικό φορέα και όριζαν την ποινή του θανάτου για τις πωλήσεις στη μαύρη αγορά. Η κυβέρνηση Τσολάκογλου προσπάθησε να στείλει απόστρατους αξιωματικούς στην επαρχία για να βοηθήσουν στη συγκέντρωση της παραγωγής. Αλλά αυτοί οι αξιωματικοί συχνά έπαιρναν το μέρος των αγροτών, καθώς δεν πίστευαν ότι οι σοδειές θα πήγαιναν για να θρέψουν τους συμπατριώτες τους και υποψιάζονταν ότι θα στέλνονταν στη Βόρεια Αφρική για τις δυνάμεις του Άξονα: έτσι, το σαμποτάρισμα των προσπαθειών της κυβέρνησης να συγκεντρώσει σιτηρά έγινε πράξη αντίστασης. Οι βοσκοί αρνούνταν να παραδώσουν το γάλα τους στις αρχές του κράτους σε τιμές που τις θεωρούσαν ανεπαρκείς. Μια ημερήσια εφημερίδα της επαρχίας έγραφε αγανακτισμένη ότι οι βοσκοί θεωρούν το γάλα δικό τους και το μοιράζουν όπως θέλουν. Μ’ άλλα λόγια αδιαφορούν για οποιαδήποτε κρατική απόφαση. Το αποτέλεσμα ήταν ότι η συγκομιδή γλιστρούσε από τα χέρια της κυβέρνησης. Στις ζωτικής σημασίας σιτοπαραγωγές περιοχές της Μακεδονίας, όπου υπήρχε έντονη έχθρα προς το καθεστώς της Αθήνας, οι αγρότες με «το όπλο στο χέρι» αρνούνταν να παραδώσουν τη σοδειά τους στις αρχές. Είχε αναφερθεί μάλιστα ότι «στην αντίθεσή τους αυτή βρίσκουν συνενόχους στη χωροφυλακή, που συμμετέχει στα κέρδη από τη μαύρη αγορά και που δεν χάνει ευκαιρία να υπονομεύει τις κρατικές αρχές, με την υποστήριξη των Γερμανών». Φορτηγά που στέλνονταν να μαζέψουν τη συγκομιδή γύριζαν από τα χωράφια γύρω από τη Θεσσαλονίκη σχεδόν άδεια, και τα ταξίδια αυτά ήταν τόσο επικίνδυνα που ο γενικός κυβερνήτης της Μακεδονίας απάλλασσε απ’ αυτά όσους κρατικούς υπαλλήλους είχαν παιδιά. Το συνολικό αποτέλεσμα ήταν ότι η κυβέρνηση κατάφερε να μαζέψει μόλις το ένα τέταρτο από το στόχο της σε σιτηρά. Η μεταφορά και η διανομή έθεταν παραπέρα προβλήματα στους γραφειοκράτες. Όπου το ελληνικό υπουργείο Επισιτισμού πράγματι είχε καταφέρει να συγκεντρώσει αποθέματα λαχανικών και φρούτων, συχνά δεν ήταν σε θέση να βρει τρόπους να μεταφέρει αυτά τα προϊόντα στις πόλεις. Τοπικοί Ιταλοί διοικητές προσπαθούσαν να κρατήσουν την παραγωγή στη δική τους περιοχή. Ο στρατιωτικός διοικητής στο Άργος και η ιταλική Ανώτατη διοίκηση στην Αθήνα έριζαν τον Αύγουστο για τις προσπάθειες μεταφοράς κηπευτικών και φρούτων από την εύφορη πεδιάδα του Άργους. Οι Γερμανοί ήταν σκληρότεροι: δεν υπήρχε θέμα νόμιμης αποστολής πλεονάζουσας παραγωγής από περιοχές που ήλεγχαν οι ίδιοι προς την ιταλική ζώνη. Επομένως η Αθήνα ήταν εντελώς στερημένη από την εξαιρετική σοδειά λαδιού εκείνης της χρονιάς στην Κρήτη και στη Μυτιλήνη. Ούτε και το κατά παράδοση πλεόνασμα σε στάρι της Μακεδονίας μπορούσε να κινηθεί νότια. Η Ελλάδα αποσυνετίθετο σε μια κουρελού από μεμονωμένες περιφερειακές μονάδες. Οι διάφορες επαρχίες —σύμφωνα με τη διατύπωση ενός Ιταλού διοικητή— είχαν γίνει «στάσιμα διαμερίσματα, χωρίς λογική σχέση με τη γεωγραφική, οικονομική και δημογραφική κατάσταση της χώρας». Στην ίδια την Αθήνα, οι Ιταλοί, μη θέλοντας να ξεκινήσουν δημιουργώντας άσχημες εντυπώσεις, κράτησαν τη μερίδα του ψωμιού ψηλά όσο καιρό μπορούσαν. Και πάλι όμως, έπεσε από το προκατοχικό της επίπεδο, από 300 γραμμάρια και πάνω την ημέρα σε λιγότερο από 200 γραμμάρια στα τέλη Ιουνίου. Σύντομα άρχισαν περίοδοι όπου δεν μοιραζόταν καθόλου ψωμί, ή μόνο μέρα παρά μέρα. Η ποιότητά του επίσης έπεφτε. Στην αρχή του φθινοπώρου η μερίδα άρχισε να Πέφτει με ταχύ ρυθμό, και στα μέσα Νοεμβρίου υπήρχε κάλυψη για τρεις βδομάδες μόνο, με μερίδα λιγότερη από 100 γραμμάρια την ημέρα. Ενώ οι ολοένα ισχνότερες επίσημες μερίδες μαρτυρούσαν την αποτυχία των αρχών να ελέγξουν τον επισιτισμό, συσσίτια απόρων και άλλες ιδιωτικές πρωτοβουλίες πάσχιζαν να παράσχουν εναλλακτικές πηγές τροφίμων στον αστικό πληθυσμό. Στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις φιλανθρωπικές και θρησκευτικές οργανώσεις παράστεκαν τους πρόσφυγες, τους άστεγους κληρωτούς και τους ανέργους. Εύπορες νοικοκυρές στο λιμάνι του Βόλου προπαγάνδιζαν λίστες συμμετεχόντων σ’ ένα σχέδιο «υιοθεσίας» και διατροφής παιδιών από τις φτωχογειτονιές. Στη Θεσσαλονίκη, όπου οι Έλληνες στρατιώτες είχαν περιπέσει σε «απερίγραπτη εξαθλίωση» και όπου πλήθος ακρωτηριασμένοι ζητιάνευαν στους δρόμους, Γαλλίδες νοσοκόμες που είχαν τη βάση τους στην πόλη έστησαν ένα συσσίτιο απόρων. Μολονότι όμως οι εθελοντικές αυτές ομάδες έδειχναν καθαρά την ανικανότητα της κυβέρνησης Τσολάκογλου, οι προσπάθειές τους δεν μπορούσαν να υποκαταστήσουν τη συνδυασμένη δημόσια δράση. Σε αντίθεση με την κυβέρνηση δεν είχαν φορολογικές ούτε κατασταλτικές εξουσίες και δεν διέθεταν τα μέσα για να αγοράσουν τρόφιμα σε ευρεία κλίμακα. «Καμιά οργάνωση δημόσιας αρωγής ή κοινωνικής πρόνοιας», έλεγε μια έκθεση του Ερυθρού Σταυρού, «δεν θα μπορούσε να σώσει όλους όσοι υπέφεραν από το λιμό». Στα συσσίτια απόρων της πρωτεύουσας λιγότερο από το ένα τέταρτο του πληθυσμού που είχαν ανάγκη από τέτοια αρωγή έβρισκαν τροφή. Οι μερίδες τους είχαν ελάχιστη θρεπτική αξία ή λίπη. Η άλλη ανεπίσημη πηγή τροφίμων, φυσικά, ήταν η μαύρη αγορά. Αν και το πλήρες νόημά της θα συζητηθεί λεπτομερειακά πιο κάτω, πρέπει να επισημάνουμε στο σημείο αυτό απλώς ότι η μαύρη αγορά σκορπούσε άνισα τα ευεργετήματά της. Δεν λειτουργούσε καλύτερα για τους ανθρώπους που χρειάζονταν περισσότερο βοήθεια απ’ ό,τι τα λαϊκά συσσίτια. Οι φτωχές οικογένειες δεν μπορούσαν να πληρώσουν τις ψηλές τιμές των τροφίμων, και δεν είχαν περιουσιακά στοιχεία να πουλήσουν ή να ανταλλάξουν. Η Κοινωνία των Εθνών υπολόγιζε ότι η ημερήσια πρόσληψη θερμίδων της πλειονότητας του ελληνικού πληθυσμού απ’ όλες τις πηγές, συμπεριλαμβανομένης της μαύρης αγοράς, ήταν γύρω στο ένα τρίτο των πάγιων θρεπτικών αναγκών. Για ένα μεγάλο ποσοστό της εργατικής τάξης στην Αθήνα, ήταν ακόμη χαμηλότερη. ................................................. Ο λιμός στην Αθήνα «Μπορεί να πει φυσικά κανείς ότι το ελληνικό πρόβλημα είναι το πρόβλημα της Αθήνας», έγραφε ο στρατηγός Τζελόζο, διοικητής της ιταλικής 11ης Στρατιάς. Όπως έχει παρατηρηθεί από τους ειδικούς σε θέματα επισιτισμού στην περίοδο του πολέμου, εκείνες που χτυπήθηκαν περισσότερο από τη σιτοδεία ήταν οι αστικές περιοχές· και η Αθήνα, μαζί με το επίνειό της τον Πειραιά, στέγαζε προπολεμικά το ένα πέμπτο του πληθυσμού της χώρας. Από τότε, ο πληθυσμός της πόλης είχε αυξηθεί, ίσως κατά πολλές εκατοντάδες χιλιάδες, με πρώην κληρωτούς να προσπαθούν να γυρίσουν στην πατρίδα τους, πρόσφυγες από άλλα μέρη της Ελλάδας, και με τα στρατεύματα του Άξονα. Έτσι, η κατοχή αύξησε τον πληθυσμό των πόλεων ενώ ταυτόχρονα μείωσε την επάρκεια σε τρόφιμα. Μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες δεν χρειάστηκε πολύς χρόνος για να εμφανιστεί το φάσμα του λιμού στον ορίζοντα. Ένας Έλληνας ειδικός ανησυχούσε για την κατάσταση του επισιτισμού ήδη από τις 4 Μαΐου, μία μόλις εβδομάδα από τότε που μπήκαν οι Γερμανοί στην Αθήνα. Ο συνδυασμός πλιάτσικου και πληθωρισμού έκανε τους καταστηματάρχες να αποσύρουν τα εμπορεύματά τους από την πώληση και ενθάρρυνε την αποθησαύριση. Τον Ιούλιο πια, ουρές 300-400 ανθρώπων εκτείνονταν έξω από τον ελαττωνόμενο αριθμό μαγαζιών που εξακολουθούσαν να έχουν τρόφιμα. Οι ουρές για τσιγάρα ήταν τόσο μεγάλες που ο κόσμος έφερνε μαζί του καρέκλες. Η αντίδραση της Βέρμαχτ δεν είχε τίποτα το καθησυχαστικό. «Οι Γερμανοί λένε: “Α, δεν έχετε δει τίποτε ακόμα· στην Πολωνία πεθαίνουν από την πείνα 600 άνθρωποι την ημέρα”», ανέφερε ένας νεαρός Αμερικανός που έφυγε στις 25 Ιουλίου. Όσον αφορά τους πολίτες —και τα τρόφιμα—, όλα τα κανονικά συστήματα μεταφοράς είχαν εξαρθρωθεί. Για να ταξιδέψεις από την πρωτεύουσα στην Πελοπόννησο απαιτούνταν άδεια από τους καραμπινιέρους και κράτηση πολλές μέρες νωρίτερα· το ταξίδι με τραίνο για τη Θεσσαλονίκη κρατούσε τριάντα έξι ώρες. Από τον Πειραιά στη Χίο με καΐκι ήθελες δεκαπέντε με είκοσι μέρες, και ο ναύλος ήταν έξω από τις δυνατότητες των περισσοτέρων. Όλο το καλοκαίρι ο κόσμος στεκόταν στην ουρά περισσότερο από μία ώρα για να πάρει το τραμ μέσα στην Αθήνα· η έλλειψη καυσίμων ανάγκαζε τις αρχές να περιστέλλουν τις υπηρεσίες, καμιά φορά να τις καταργούν και εντελώς. Στις 14 Ιουλίου, για παράδειγμα, ο μουσικολόγος Δούνιας αποφάσισε να περπατήσει από το σπίτι του, που ήταν στα προάστια, ώς την Αθήνα, γιατί κάθε φορά που περνούσε λεωφορείο οι άνθρωποι ήταν μέσα σαν «σαρδελλοβάρελο». Μέσα σε λίγους μήνες κάθε δημόσιο μέσο μεταφοράς στην Αθήνα έμελλε να σταματήσει, και οι άνθρωποι θα αναγκάζονταν να πηγαίνουν με τα πόδια στη δουλειά τους, μέσα στο χιόνι. Για μερικούς το καλοκαίρι έκρυβε αυτά τα προβλήματα και η ζωή στην πρωτεύουσα διατηρούσε τα θέλγητρά της. Μια Αμερικανίδα, η κυρία Χόουμερ Ντέιβις, αφού είχε μόλις περιγράψει τη μείωση της μερίδας του ψωμιού, την απουσία λαδιού, βουτύρου και σαπουνιού, τις μακριές ουρές και τις απογειωμένες τιμές, συνέχιζε καθησυχάζοντας ένα φιλικό της πρόσωπο: «Παρ’ όλα αυτά, θα σου ‘κανε κατάπληξη να δεις πόσο φυσιολογική μοιάζει γενικά η ζωή. Φάγαμε στης Μπέσυ λίγο πριν φύγουμε και όλα ήταν όπως πάντα». Η ζωή για τη γερμανική παροικία ήταν τόσο χαμογελαστή, ώστε το δυναμικό της αυξανόταν καθώς έφταναν άνθρωποι από το Ράιχ, για να αποφύγουν τις βομβιστικές επιδρομές των Συμμάχων. Μια Γερμανίδα χήρα ενός Έλληνα δημόσιου υπαλλήλου έγραφε όλο ευτυχία στο γιο της: Η Ελλάδα έχει γίνει για μένα ένα κομμάτι της πατρίδας μου, είναι απίστευτο πόσο έχουν αλλάξει όλα. Στο μεγάλο σπίτι στην Κηφισιά όπου ζούσε ο κύριος Φορμπς, στο δρόμο προς το Τατόι, ζει ένας ταγματάρχης με τους αξιωματικούς του. Πιάσαμε φιλία και τους έχω σχεδόν κάθε μέρα στο σπίτι μου. Έχω τρία αυτοκίνητα στη διάθεσή μου. Ζω σαν μικρή βασίλισσα. Με σέβονται και με αγαπούν πολύ, κι εγώ δροσίζομαι (sic) από τον ελληνικό λαουτζίκο και ζω τουλάχιστον στο περιβάλλον μου, ανάμεσα σε δυνατούς άνδρες, που έχουν πολύ καλή μόρφωση, φορούν καθαρά ρούχα κι έχουν τους καλύτερους τρόπους. Γρήγορα όμως, ακόμα και οι προνομιούχοι και όσοι είχαν καλές διασυνδέσεις άρχισαν να αγωνιούν. Ο Σεπτέμβριος ήταν πολύ ζεστός και ξερός. Ο κόσμος περίμενε με τρόμο τον επερχόμενο χειμώνα. Από την Αίγινα, κάποια κυρία Κωνσταντάκου καθησύχαζε την κόρη της στη Ζυρίχη ότι η κατάσταση με τα τρόφιμα ήταν καλύτερη απ’ ό,τι στις πόλεις, κι ότι υπήρχαν ψάρια, σύκα και λαχανικά — «αλλά προβλέπω έναν τραγικό χειμώνα για τους φτωχούς και τα παιδιά στις πόλεις». Ένας Αμερικανός, ο Ραλφ Κεντ, έλεγε πως «θα μπορούσε να συμβεί κάτι στο στυλ της Γαλλικής επανάστασης στην Ελλάδα, γιατί οι φτωχοί στην κυριολεξία πέθαιναν της πείνας». Για τα τμήματα εκείνα του αστικού πληθυσμού που εξαρτώνταν από τη βοήθεια του κράτους οι προοπτικές ήταν μαύρες. Τα τρόφιμα που έμπαιναν στην Αθήνα με το σταγονόμετρο όλο το καλοκαίρι δεν έδιναν στο υπουργείο Επισιτισμού δυνατότητα για πολλούς ελιγμούς. Εκτός από το ψωμί, το Μάιο επιβλήθηκε επίσης δελτίο στο ρύζι, στο ελαιόλαδο και στη ζάχαρη. Τον Ιούνιο έγινε μία διανομή κρέατος, μία ρυζιού και μία ζάχαρης. Τον Ιούλιο υπήρξαν δύο μικρές μερίδες κρέας και μία ρύζι. Από κει και πέρα το κρέας έγινε γλυκιά ανάμνηση, και το μόνο που μπόρεσε να καταφέρει το υπουργείο Επισιτισμού ώς την επόμενη άνοιξη ήταν μεμονωμένες διανομές ελαιόλαδου, σταφίδας και ζάχαρης. Βουνά και θάλασσες μακριά από τις σικ λεωφόρους του κέντρου της Αθήνας, οι φτωχογειτονιές στα κράσπεδα της πόλης ήταν εκείνες που σήκωσαν το μεγαλύτερο βάρος του λιμού. Στο μεσοπόλεμο είχαν ξεφυτρώσει ή είχαν κατασκευαστεί σε ικανή απόσταση από την καρδιά της πόλης παραγκομαχαλάδες, για να στεγάσουν τους χιλιάδες πρόσφυγες που είχαν φύγει από τη Μικρασία μετά την Καταστροφή του ‘22. Οι κάτοικοί τους, οι οποίοι είχαν φτάσει με ελάχιστα προσωπικά αντικείμενα, ζούσαν σε καλύβες από τενεκέ και σανίδες, που δύσκολα θερμαίνονταν ή κρατιόνταν καθαρές. Τετραμελείς ή πενταμελείς οικογένειες μοιράζονταν το ίδιο δωμάτιο· συχνά, αντί για πραγματικές σωληνώσεις, υπήρχαν ανοιχτές αποχετεύσεις που έρρεαν πίσω από τα λασπωμένα σοκάκια. Σε αντίθεση με τους άλλους Έλληνες, οι νιόφερτοι αυτοί δεν είχαν οικογενειακό σπίτι στις επαρχίες για να καταφύγουν όταν οι καιροί ήταν δύσκολοι. Αποτελούσαν το πρώτο γνήσιο αστικό προλεταριάτο της χώρας, και το κράτος τούς είχε παραμελήσει εντελώς. Πριν από τον πόλεμο, αυτοί και τα παιδιά τους έβγαζαν το ψωμί τους μέσα σε κακοαεριζόμενα εργοστάσια με χαμηλούς μισθούς· άλλοι δούλευαν μικροπωλητές στους δρόμους ή υπηρέτριες. Όταν άρχισε η Κατοχή, έχασαν τις δουλειές τους κατά χιλιάδες, καθώς οι εγκαταστάσεις και τα αποθέματα της βιομηχανίας επιτάσσονταν και οι ελλείψεις στα καύσιμα σταματούσαν την οικονομική δραστηριότητα. Μεγάλοι εργοδότες της προπολεμικής περιόδου, όπως τα υφαντουργεία και οι χημικές βιομηχανίες, είχαν αναγκαστεί να μειώσουν την παραγωγή τους στο 10-15% των κανονικών τους επιπέδων. Προσπαθώντας απελπισμένα να βγάλουν κάποια χρήματα, ο κόσμος άρχισε να πουλάει πράγματα στους δρόμους ή να ζητιανεύει. Στους μώλους του Πειραιά ήταν παραταγμένοι στην προκυμαία ένα πλήθος από άνδρες που έκαναν δουλειές του ποδαριού: «Πρώην υπάλληλοι, εργάτες, οδηγοί και ταμίες, που οι δουλειές τους έχουν πάει στα άχρηστα, έχουν γίνει θυρωροί και προσπαθούν να βγάλουν το άθλιο μεροφάι τους κουβαλώντας τσάντες και ψώνια σε κάρα ή στις πλάτες τους». Μικροπωλητές πουλούσαν κομμάτια χαρουπόπιτα, σύκα και άλλα φρούτα, που όλα έδειχναν βρώμικα, ή σπίρτα, τσιγάρα, παλιά ρούχα. Ζητιάνοι ξάπλωναν κατάχαμα. Στο κέντρο της πλατείας Ομονοίας ήταν άνθρωποι κάθε ηλικίας, ξαπλωμένοι σε κουβέρτες πάνω από τα ζεστά ρεύματα αέρα του μετρό, και έτειναν τις παλάμες τους στους διαβάτες. Δεν υπάρχουν επίσημα στοιχεία για την έκταση της ανεργίας στις φτωχότερες γειτονιές, αλλά ο Μαρσέλ Ζυνό του Ερυθρού Σταυρού υπολόγιζε ότι ο μισός εργατικός πληθυσμός και παραπάνω ήταν χωρίς δουλειά. Τα δύο τρίτα απ’ αυτές τις οικογένειες είχαν γραφεί στα τοπικά λαϊκά συσσίτια· δεν έτρωγαν όμως περισσότερο από δύο με τρεις φορές την εβδομάδα, και ακόμη και τότε δεν τρέφονταν όλα τα μέλη της οικογένειας. Ο Ζυνό παρατηρούσε ότι ιδίως σι γυναίκες είχαν την τάση να φεύγουν χωρίς φαΐ, ώστε να αφήσουν λίγο για τα παιδιά τους. Για πολλούς ο μόνος τρόπος επιβίωσης ήταν να μαζεύουν αγριόχορτα και άλλα φυτά από την εξοχή γύρω από την πόλη. Ύστερα τα έβραζαν, αν υπήρχαν καύσιμα, και τα έτρωγαν αλάδωτα. Τα χόρτα αυτά όμως δεν είχαν θρεπτική αξία: χρειάζονταν πέντε κιλά για να παραγάγουν την ημερήσια δόση υδρογονανθράκων που έχει ανάγκη το ανθρώπινο σώμα. Τα παιδιά έψαχναν στους σκουπιδοτενεκέδες για αποφάγια ή περίμεναν κοντά στις εισόδους υπηρεσίας των μεγάλων ξενοδοχείων. Άλλοι μαζεύονταν γύρω από τις πόρτες των εστιατορίων. Μερικοί Γερμανοί αξιωματικοί βασάνιζαν τα πιτσιρίκια πετώντας τους αποφάγια από τα μπαλκόνια και παρακολουθώντας τα να τσακώνονται μεταξύ τους. Οι στρατιώτες που έτρωγαν ελιές στο δρόμο προσείλκυαν σμάρια ολόκληρα από παιδιά. Μόλις έφτυνε κάποιος ένα κουκούτσι ελιάς, τα παιδιά ορμούσαν να το πιάσουν: το πιο γρήγορο το έβαζε στο στόμα του και το έγλειφε ώσπου να μείνει το ξύλο. Παρόλο που ο υποσιτισμός αδυνάτιζε το σώμα κι έκανε την εργασία όλο και πιο εξαντλητική, οι οικογένειες που είχαν δουλειά δεν είχαν άλλη επιλογή, αν ήθελαν να ζήσουν, από το να συνεχίσουν σαν να μη συνέβαινε τίποτε. Η Χρύσα Π., χήρα, πήγαινε στη δουλειά τρεις μέρες την εβδομάδα για να βγάλει το ψωμί των φυματικών παιδιών της, παρόλο που ήταν άρρωστη και η ίδια. Ο Γρηγόριος Μ., που είχε απολυθεί, περπατούσε πολλές ώρες την ημέρα στους λόφους για να κόβει αγριόχορτα και να τα φέρνει στο σπίτι. Είχε ήδη εμφανίσει τα οιδήματα που ήταν σημάδι οξύτατου υποσιτισμού, αλλά είχε μάνα, γυναίκα και παιδί να θρέψει. Τα πράγματα έγιναν ακόμα χειρότερα αφού μετά το ζεστό, ξερό Καλοκαίρι ακολούθησε ένας ασυνήθιστα σκληρός και παρατεταμένος χειμώνας: οι δρόμοι της Αθήνας ήταν χιονισμένοι και τη νύχτα η θερμοκρασία έπεφτε κάτω από το μηδέν. Επειδή το κάρβουνο και το ξύλο είχαν γίνει πολύ ακριβά και καμιά φορά ανύπαρκτα, τα σπίτια δεν θερμαίνονταν σωστά και οι άνθρωποι υπέκυπταν σε κρυολογήματα, γρίπη και φθίση. Μετά από κάμποσες εβδομάδες υποσιτισμού, οι άνθρωποι εξασθενούσαν με ταχύ ρυθμό. Η έλλειψη βιταμινών προκαλούσε οιδήματα και καλόγερους στα χέρια και στα πόδια τα οποία, αν δεν θεραπεύονταν, απλώνονταν σε όλο το σώμα και στο πρόσωπο. Οι μισές περίπου οικογένειες στις φτωχογειτονιές εμφάνισαν αυτά τα συμπτώματα στις αρχές του 1942. Το τελικό στάδιο πριν από το θάνατο ήταν μια κατάσταση σωματικής και διανοητικής εξάντλησης. Τότε πια οι άνθρωποι απλώς κατέρρεαν και ήταν ανήμποροι να ξανασηκωθούν. Ένας χτίστης που δούλευε σ’ ένα σπίτι στο Ψυχικό ξαφνικά λιποθύμησε από την κάψα του καλοκαιριού. Μια γυναίκα που είχε διασχίσει με τα δυο υποσιτισμένα παιδιά της όλο το κέντρο της Αθήνας σωριάστηκε στο δρόμο, αφήνοντας τα παιδιά να κλαίνε. Αποστρατευμένοι Έλληνες κληρωτοί, παλαίμαχοι του αλβανικού μετώπου, κείτονταν στις εξώπορτες ή στηριγμένοι σε τοίχους. Ένα παγερό δεκεμβριάτικο βράδυ ένας νέος άνδρας σωριάστηκε στην οδό Σκουφά. «Κουνήσου, κουνήσου γιατί χάθηκες!» του είπε κάποιος. «Γιατί, Θεέ μου, μ’ έφερες σ’ αυτή την κατάσταση;» αναστέναξε ο νέος. «Γιατί δεν είμαι κι εγώ σπίτι μου, παρά σέρνω σα σκύλος στους δρόμους, μέσα στη νύχτα: Γιατί, Θεέ μου; Τι σου έφταιξα;» Ήταν στρατιώτης από τη Ζάκυνθο, ένας από τους πολλούς που δεν είχαν μπορέσει να γυρίσουν στον τόπο τους όταν τέλειωσαν οι συγκρούσεις, και τώρα, χωρίς καμιά κυβερνητική βοήθεια, ζητιάνευε στους δρόμους. Σε μια παράγκα στην προσφυγογειτονιά του Δουργουτιού, η σαραντάχρονη Ανδρονίκη Π. ήταν ξαπλωμένη φαρδιά πλατιά δίπλα στην πόρτα, σκεπασμένη με μια παλιά κουβέρτα, έχοντας πουλήσει το υπόλοιπα υπάρχοντά της για να αγοράσει φαΐ. Ο άνδρας της, που είχε πεθάνει πολλές μέρες νωρίτερα, κείτονταν μέσα. Τα τρία παιδιά της παιδιά έκλαιγαν καθισμένα, αλλά ήταν τόσο αδύναμη που δεν μπορούσε να τα βοηθήσει. Σε μιαν άλλη καλύβα στον Άγιο Γεώργιο ένας άνεργος εργάτης ήταν ξαπλωμένος, ανήμπορος να κουνηθεί, ενώ τα παιδιά του είχαν μαζευτεί γύρω από το κρεβάτι του ζητώντας ψωμί. Πολλοί απ’ τους γραμμένους στα λαϊκά συσσίτια ήταν τόσο αδύναμοι που δεν μπορούσαν να αντέξουν την πορεία ώς εκεί. Στην εργατοσυνοικία του Δουργουτιού, που μπορεί να θεωρηθεί τυπικό παράδειγμα από τις πιο φτωχές γειτονιές, 1.600 από τις 2.200 οικογένειες είχαν ανάγκη από επείγουσα ιατρική μέριμνα και σωστή διατροφή. Αριθμοί Ούτε οι εθνικές ούτε οι δημοτικές στατιστικές για τη θνησιμότητα είναι απόλυτα αξιόπιστες. Αν και τα νούμερα που παρουσίαζαν τα συνοικιακά συμβούλια ήταν πιο ευσυνείδητα συλλεγμένα απ’ ό,τι εκείνα που αφορούσαν το σύνολο της επικράτειας, όλες οι στατιστικές έτειναν να υποτιμούν —δεν ξέρουμε πόσο— το πραγματικό ποσοστό θνησιμότητας, αφού πολλοί θάνατοι δεν αναγγέλλονταν στις αρχές. Οι οικογένειες έχωναν τα σώματα των πεθαμένων συγγενών τους νύχτα στα δημόσια νεκροταφεία, για να μπορέσουν να διατηρήσουν τα δελτία τροφίμων τους. Μερικές φορές τους έθαβαν σε βιαστικά σκαμμένους ασημάδευτους τάφους. Τελικά οι δημοτικές υπηρεσίες συνέλλεγαν εκατοντάδες ανώνυμα πτώματα, οπότε και αυτά δεν εμφανίζονταν στα επίσημα στοιχεία. Θα μπορούσαμε να πάρουμε ως ελάχιστο αριθμό την επίσημη εκτίμηση για το πολεοδομικό συγκρότημα Αθήνας/Πειραιά το έτος μετά τον Οκτώβριο του 1941, που έδινε συνολικά 49.188 θανάτους έναντι 14.566 θανάτων την προηγούμενη χρονιά. Ως ανώτατο όριο πρέπει να σημειώσουμε τις σαφώς υπερβολικές εκθέσεις των Ελλήνων και Βρετανών προπαγανδιστών, που έκαναν το BBC, για παράδειγμα, να μιλάει τον Απρίλιο του 1942 για 500.000 θύματα. Έχοντας κατά νου τα δύο αυτά ακραία όρια και κοιτάζοντας τα μηνιαία στοιχεία σε τοπικό επίπεδο, μπορούμε να πορισθούμε μια ορθότερη εντύπωση για την κλίμακα και τη διάρκεια του λιμού. Για παράδειγμα, οι μηνιαίοι αριθμοί θνησιμότητας για τη συνοικία του Αγίου Γεωργίου δείχνουν ότι τον Αύγουστο του 1941 το ποσοστό ήταν κιόλας διπλό από εκείνο του ίδιου μήνα το 1940· τον Οκτώβριο ήταν τέσσερις φορές ψηλότερο και οκτώ φορές ψηλότερο το Δεκέμβριο. Το Δεκέμβριο του 1940 είχε δηλωθεί ο θάνατος 40 ανθρώπων. Τον Αύγουστο του 1941 ο αριθμός ήταν 58, τον Οκτώβριο 123, το Νοέμβριο 225 και το Δεκέμβριο του 1941 —τον χειρότερο μήνα— 323. Ύστερα το σύνολο έπεσε στους 146 τον Απρίλιο και παρέμεινε ανάμεσα στους 90 και τους 120 τους μήνες που ακολούθησαν. Με άλλα λόγια, η περίοδος του κρύου ανάμεσα στο Νοέμβριο του 1941 και τον Απρίλιο του 1942 γνώρισε μια ιλιγγιώδη αύξηση του ποσοστού θανάτων, η οποία ξεπερνούσε κατά πολύ εκείνη που έδειχναν οι αριθμοί χρόνο με το χρόνο για την πόλη στο σύνολό της. Το συμπέρασμα αυτό ενισχύεται κι από άλλους αριθμούς. Στοιχεία από ορισμένες γειτονιές του Πειραιά και από νοσοκομεία στην Αθήνα δίνουν ποσοστά θνησιμότητας το χειμώνα του 1941-42 μεταξύ πέντε και επτά φορές μεγαλύτερα από εκείνα του προηγούμενου χρόνου. Εκτιμήσεις που δημοσιεύθηκαν από το υπουργείο Υγείας έδειξαν ότι η πείνα ήταν το άμεσο αίτιο που δηλωνόταν για το ένα τρίτο έως το ένα δεύτερο του συνόλου των θανάτων. Έμμεσα αποτελούσε το αίτιο πολύ περισσότερων, αφού ο υποσιτισμός άφηνε τους ανθρώπους έκθετους στη φυματίωση, στη γρίπη και άλλες αρρώστιες. Από τα στοιχεία αυτά ο Πειραιάς, με τον κυρίως εργατικό πληθυσμό του, προκύπτει ως το μέρος του πολεοδομικού συγκροτήματος της Αθήνας που χτυπήθηκε περισσότερο. Συνολικά, η επίσημη εκτίμηση των 35.000 περίπου θανάτων από το λιμό στην περιοχή Αθήνας-Πειραιά μοιάζει να υπολείπεται από την πραγματικότητα. Ο λιμός πιθανόν να προκάλεσε εκεί περισσότερους από 40.000 θανάτους μέσα στο δωδεκάμηνο που ξεκίνησε μετά τον Οκτώβριο, επιπροσθέτως στους αρκετές χιλιάδες θανάτους που είχαν σημειωθεί τους μήνες πριν από τον Οκτώβριο. Δύο εξαιρετικά ενοχλητικές δημογραφικές τάσεις πρόβαλλαν από τα στοιχεία του υπουργείου Πρόνοιας. Πρώτον, το 1941 και το 1942 ήταν χρονιές όπου —για πρώτη φορά από τότε που είχαν αρχίσει να συλλέγονται στοιχεία— το ποσοστό θνησιμότητας είχε ξεπεράσει το ποσοστό των γεννήσεων, αφήνοντας την πόλη με έναν απότομα μειωνόμενο πληθυσμό. Στην Αθήνα το ποσοστό των γεννήσεων έπεσε από το 15% το 1940 στο 12,5 το 1941 και στο 9,6 το 1942. Το ποσοστό θανάτων ανέβηκε την ίδια περίοδο από το 12% στο 25,8 το 1941 και στο 39,3 το 1942. Μια παρόμοια τάση, αν και λιγότερο χτυπητή, ήταν φανερή σε όλη τη χώρα. Επιπλέον, η θνησιμότητα στα παιδιά ανέβαινε πιο αργά απ’ ό,τι στους ενηλίκους. Ο Ζυνό επισκέφθηκε πολλά νοικοκυριά στην περιοχή του Πειραιά, όπου η μάνα και ο πατέρας είχαν πεθάνει κι είχαν αφήσει τα παιδιά να τα βγάλουν πέρα μόνα τους. Σε πολλές περιπτώσεις αυτό ήταν αποτέλεσμα συνειδητής επιλογής των γονιών, όση τροφή έβρισκαν να τη δίνουν στα παιδιά τους. Οι ενήλικοι πάνω από σαράντα χρονών φαίνεται πως ήταν οι πιο ευαίσθητοι, ιδιαίτερα οι άνδρες. Ο λιμός, με άλλα λόγια, δημιουργούσε χιλιάδες χήρες και ορφανά. Παρόλο που οι συνέπειες ήταν περίπλοκες και χρειαζόταν καιρός για να αποκτήσουν ολοκληρωμένη μορφή, φαίνεται πιθανόν η καταστροφή της οικογενειακής μονάδας που ήρθε ως αποτέλεσμα του λιμού να επηρέασε βαθιά την απόκριση της ελληνικής κοινωνίας στην Κατοχή από τον Άξονα, τα επόμενα χρόνια. Θα επανέλθουμε αργότερα στον καινοφανώς πρωτεύοντα ρόλο των εφήβων και των γυναικών, καθώς διαμορφωνόταν η αντίσταση· αλλά τα σχόλιά μας αναγκαστικά είναι σε μεγάλο βαθμό υποθετικά, επειδή πρόκειται για ένα θέμα για το οποίο έχουν γραφεί λίγα πράγματα ώς τώρα. Ο αριθμός των 500.000 θανάτων του BBC για το χειμώνα του 1941-42 ήταν σαφώς υπερβολικός. Για την περίοδο της Κατοχής συνολικά όμως, ο τελικός φόρος σε θανάτους από την πείνα μπορεί να μην υπολείπεται πολύ απ’ αυτό το νούμερο. Ο Ερυθρός Σταυρός, που διεξήγαγε τη δική του έρευνα, εκτιμούσε ότι γύρω στους 250.000 ανθρώπους είχαν πεθάνει άμεσα ή έμμεσα εξαιτίας του λιμού ανάμεσα στο 1941 και το 1943. Λογαριάζοντας την υστέρηση των γεννήσεων κατά την ίδια περίοδο, υπολόγισε πως ο συνολικός πληθυσμός της Ελλάδας ήταν τουλάχιστον 300.000 λιγότερος στο τέλος του πολέμου απ’ ό,τι θα ήταν αλλιώτικα, εξαιτίας της σιτοδείας. ........................................................... Η γεωγραφία του λιμού Παρόλο που οι επιχειρήσεις ανακούφισης του Ερυθρού Σταυρού αρχικά εστίαζαν στην περιοχή της πρωτεύουσας, συνθήκες λιμού επικρατούσαν και σε άλλες περιοχές της χώρας. Σε μερικές εξακολούθησαν να υπάρχουν για όλη τη διάρκεια της Κατοχής, και απλώθηκαν σε μέρη που το 1941 δεν είχαν έλλειψη τροφίμων. Το χειμώνα του 1941-42 πολλές επαρχιακές πόλεις πέρασαν πραγματική λιμοκτονία. Τα ποσοστά θανάτου ήταν χαμηλότερα απ’ ό,τι στην Αθήνα, αλλά υψηλότερα απ’ ό,τι στις περισσότερες αγροτικές περιοχές. Καθώς είχε εξαφανιστεί οποιοδήποτε γνώρισμα εθνικής, ενοποιημένης οικονομίας και είχε αντικατασταθεί από ένα καλειδοσκόπιο αποσυνδεμένων και απομονωμένων περιφερειακών εμπορικών περιοχών, ο παραδοσιακός τρόπος που έχουν οι πόλεις να πορίζονται τροφικό πλεόνασμα από τους αγρότες κατέρρευσε κι αυτός. Η έλλειψη καυσίμων και μεταφορών απλώς ενίσχυσε τα προβλήματα των κατοίκων των πόλεων. Στην Καλαμάτα παρατηρήθηκε έντονη έλλειψη βιταμινών. Πρόσφυγες στη Θεσσαλονίκη πέθαιναν από υποσιτισμό, παρά την ύπαρξη πλούσιων προσχωσιγενών πεδιάδων στα δυτικά της πόλης. Στον βιομηχανικό Βόλο, μια ημερήσια εφημερίδα έλεγε στους αναγνώστες της ότι ο μόνος τρόπος να γλιτώσουν απ’ το λιμό ήταν να γυρίσουν στα χωριά· όποιος είχε γονείς, συγγενείς ή γη έπρεπε να πάει κοντά τους. Σε μεγάλο μέρος της υπαίθρου όμως οι συνθήκες το 1941 και το 1942 ήταν λίγο ή καθόλου χειρότερες απ’ ό,τι τα προηγούμενα χρόνια. Οι αγρότες επέζησαν όπως είχαν κάνει στον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο ή στη δεκαετία του ‘30, όταν πολλές αγροτικές κοινότητες είχαν προσφύγει σ’ ένα βαθμό αυτάρκειας. Στα ημιορεινά χωριά αποθησαύριζαν το καλαμπόκι, τις πατάτες και το κριθάρι, κοίταζαν τα γιδοπρόβατά τους, και περνούσαν το χειμώνα σε απόσταση ασφαλείας από τους αξιωματικούς του στρατιωτικού εφοδιασμού στις κοιλάδες. Στη Βόρεια Ελλάδα οι συνθήκες χειροτέρεψαν από το θέριεμα της Αντίστασης. Από το 1943 και μετά οι επιχειρήσεις του Άξονα εναντίον των ανταρτών έπληξαν ορεινές περιοχές που είχαν γλιτώσει από τη λιμοκτονία του 1941-42. Όταν οι αντιπρόσωποι του Ερυθρού Σταυρού άρχισαν να ταξιδεύουν έξω από την Αθήνα, στις επαρχίες, το 1943 και το 1944, είδαν ότι η καταστροφή που είχαν προξενήσει οι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις εναντίον της Αντίστασης είχαν διαταράξει τη συστηματική καλλιέργεια. Έτσι, στην τελευταία φάση της Κατοχής έγινε μια μερική αντιστροφή της τροφικής ισορροπίας: ήδη το 1944 ένα αποτελεσματικό σύστημα διανομής με δελτίο προστάτευε τις πόλεις από την πείνα· αλλά οι χωρικοί στην Πελοπόννησο και στα βουνά της Πίνδου υποσιτίζονταν ολοένα περισσότερο, γίνονταν όλο και πιο ευάλωτοι στις αρρώστιες και σε μερικές περιπτώσεις λιμοκτονούσαν. Την ίδια εποχή ωστόσο οι αντιπρόσωποι του Ερυθρού Σταυρού είχαν επίσης συνειδητοποιήσει την καταστροφή που είχε σαρώσει τα ελληνικά νησιά, μερικά από τα οποία είχαν γνωρίσει υψηλότερα ποσοστά θανάτου ακόμα κι από την Αθήνα, και είχαν λιμοκτονήσει για περισσότερο καιρό, αφού η αρωγή του Ερυθρού Σταυρού ήταν πιο δύσκολο να οργανωθεί και δεν ήταν ποτέ το ίδιο αποτελεσματική. Ξεκομμένοι από τη στεριά, οι νησιώτες αναγκάζονταν να ζουν με οτιδήποτε μπορούσαν να αποσπάσουν από την άγονη, πετρώδη γη. Στην Ικαρία, για παράδειγμα, δεν υπήρχαν καθόλου βοοειδή και μόνο λίγα λαχανικά, σύκα, σταφύλια και βερίκοκα. Πριν από τον πόλεμο το ένα τρίτο από τα τρόφιμα του νησιού προερχόταν από το ψάρεμα και τα δύο τρίτα από εισαγωγές: τώρα, με την Κατοχή, το ψάρεμα απαγορευόταν και οι εισαγωγές είχαν συρρικνωθεί ώς το μηδέν σχεδόν. Η Νάξος παλιότερα έπαιρνε το 30% των τροφίμων της από την Αθήνα, με τη βοήθεια έξι μεγάλων καϊκιών. Όχι μόνο δεν υπήρχαν πια τρόφιμα, αλλά και τέσσερα από τα πλεούμενα είχαν βουλιάξει. Η συνεπαγόμενη αίσθηση απομόνωσης, ανημπόριας και οργής αναφαίνονται με ζωηρά χρώματα στο ημερολόγιο του Μαριό Ριγκουτσό, επίτιμου Γάλλου προξένου στη Σύρο. Ζώντας στην πρωτεύουσα του νησιού, την Ερμούπολη, μια πόλη με θαυμάσιες επαύλεις, ένα χαριτωμένο θέατρο κι ευρύχωρες πλατείες, αφηγείται την ιστορία μιας μικρής, επαρχιώτικης κοινωνίας σε προϊούσα αποσύνθεση. Γι’ αυτόν όσα συνέβαιναν εκεί είχαν να κάνουν με όσα συνέβαιναν στην παγκόσμια σκηνή. Σχολιάζοντας την πανταχού παρούσα φράση «η νέα τάξη πραγμάτων στην Ευρώπη», ο Ριγκουτσό έγραφε το Φεβρουάριο του 1943: Δεν έχω δει τίποτα ώς τώρα από τότε που άρχισε η κατοχή της Ελλάδας από τις δυνάμεις του Άξονα, που θα μπορούσε να με κάνει να δεχτώ πως αυτή η νέα τάξη πραγμάτων θα είναι κάτι δίκαιο, ηθικό και ανθρώπινο. Απεναντίας, σε οτιδήποτε έχουν κάνει οι ανανεωτές αυτοί της ανθρωπότητας βλέπει κανείς την αδικία, την ανηθικότητα και την απανθρωπιά, το κλέψιμο, την αρπαγή κάθε ζωντανού πράγματος από τους εισβολείς, ώστε να κάνουν τον πληθυσμό να πεθάνει από την πείνα, τη διοικητική αδικία, τον τρόμο και την αστυνομική ωμότητα σε καθημερινή βάση. Το γραφτό του μας επιτρέπει όχι μόνο να καταγράψουμε την πρόοδο του λιμού στο νησί, αλλά και να παρατηρήσουμε τις κοινωνικές, ηθικές και πολιτικές συνέπειές του. Η εμπειρία της Σύρου Οι πρώτοι Ιταλοί έφτασαν στη Σύρο στις 5 Μαΐου 1941, προκαλώντας την απόγνωση των κατοίκων, και υποκατέστησαν τους Γερμανούς. Παρέλασαν μπροστά στο δημαρχείο και ύψωσαν την ιταλική σημαία δίπλα στον αγκυλωτό σταυρό. Πρώτα προσπάθησαν να πάρουν τα αγαθά πλημμυρίζοντας την αγορά με λιρέτες. Ύστερα, μετά από ένα μήνα, αυτές αποσύρθηκαν και αντικαταστάθηκαν από ένα νέο νόμισμα, τις κατοχικές δραχμές. Οι στρατιώτες άρχισαν να επιτάσσουν κατευθείαν αγαθά, μαζί με όλη τη σοδειά του νησιού σε πατάτες, ελαιόλαδο, λίπος και βούτυρο. Τον Αύγουστο είχε γίνει κιόλας φανερό πως δεν υπέφεραν όλοι το ίδιο πάνω στο νησί. Πλούσιοι καραβοκύρηδες, συχνά βρετανόφιλοι, είχαν συσσωρεύσει μεγάλα αποθέματα αγαθών τους προηγούμενους μήνες, με τη συνενοχή των ελληνικών αρχών και Ιταλών αξιωματικών. Στους λόφους έξω από την Ερμούπολη, εύποροι αγρότες εξαγόραζαν τη γη των μικροπαραγωγών. Στα τέλη Αυγούστου, η οικογένεια του ίδιου του Ριγκουτσό ήταν πια είκοσι πέντε μέρες που δεν είχε φάει τίποτε άλλο από μερικά κρεμμύδια από τη γειτονική Άνδρο. Πολλοί καταστηματάρχες, παρόλο που η αστυνομία διέταζε να μένουν ανοιχτά τα μαγαζιά, έκλειναν τις πόρτες τους, αφού δεν είχαν τίποτα στα ράφια. Μολονότι υπήρχε μια ονομαστική μερίδα ψωμιού, στην πραγματικότητα δεν είχε μοιραστεί καθόλου ψωμί για ένα μήνα, ώσπου έδεσε από τα Δωδεκάνησα ένα βαπόρι, γύρω στα τέλη Σεπτεμβρίου. Για μήνες δεν υπήρχε καθόλου βούτυρο ούτε κρέας, και τα τσιγάρα βρίσκονταν μόνο στη μαύρη αγορά, όπου έκανε κουμάντο η ίδια η αστυνομία. Εκτός από τις αρχές της πόλης, και οι τοπικοί κρατικοί υπάλληλοι είχαν χάσει οποιοδήποτε αίσθημα καθήκοντος και ακολουθούσαν πολιτική «ο σώζων εαυτόν σωθήτω». Ο νομάρχης που υπηρετούσε όταν άρχισε η Κατοχή γρήγορα αντικαταστάθηκε· αλλά μετά από τρεις μονάχα μέρες και ο νεοδιορισμένος έφυγε επίσης, ανησυχώντας για την έλλειψη τροφίμων, και η Αθήνα δεν έστειλε αντικαταστάτη. Με κατώτερους μόνο αξιωματούχους, το ελληνικό κράτος είχε λίγο-πολύ εγκαταλείψει το νησί. Οι Ιταλοί γνώριζαν την απάθεια και τη διαφθορά των ελληνικών αρχών κι έκαναν προσπάθειες να φέρουν τρόφιμα στο νησί, τα οποία όμως δεν αρκούσαν. Ο φόρος του νησιού σε θανάτους ανέβηκε απότομα από τους 435 το 1939 στους 2.290 το 1942. Το 1939 οι γεννήσεις ξεπερνούσαν τους θανάτους κατά 52· το 1942 η αντίστροφη διαφορά ήταν ένα απίστευτο 964. Χρειάστηκε να σκάψουν ένα μεγάλο χαντάκι ακριβώς έξω από την πόλη για να βολέψουν τα πτώματα. Το Μάρτιο του 1942 το είχαν φαρδύνει κι άλλο, κι είχαν προσθέσει κι άλλες τάφρους. Ο Ριγκουτσό παρακολουθούσε μερικούς άντρες να θάβουν ένα κορίτσι: Αυτός που κουβαλούσε το φέρετρο, και που δεν ήταν άλλος από τον πατέρα του κοριτσιού, θύμα της κοινής μας μοίρας, βοηθάει το σκαφτιά να θάψει το πεθαμένο από την πείνα βλαστάρι του, ύστερα βγάζει από την τσέπη του ένα χαρτονόμισμα και το δίνει στον παπά που το δέχεται κι άλλο ένα στον σκαφτιά, που δεν το παίρνει και του λέει: «Δεν θέλω τίποτα, Γιάννη μου, είσαι φτωχός σαν κι εμένα». Ο παπάς και ο πατέρας φεύγουν και ο σκαφτιάς γυρνά σ’ εμένα και λέει: «Ξέρεις, κύριε, αυτό είναι το τέταρτο παιδί που ο άμοιρος έχει θάψει ετσιδά από τότε που αρχίνισε η Κατοχή». Η πείνα ξήλωνε σιγά σιγά το κοινωνικό υφάδι, αλλά ταυτόχρονα έκανε τους νησιώτες να καταλάβουν το κοινό τους πρόβλημα. Η φιλαυτία των κερδοσκόπων και ορισμένων τοπικών αρχόντων έκαναν τους ανθρώπους να σκεφτούν ότι έπρεπε να βοηθήσουν ο ένας τον άλλον. Ακόμα και οι Ιταλοί στο νησί μπορούσαν να περιληφθούν σ’ αυτό το σύνολο, ιδίως οι φαντάροι, που σε γενικές γραμμές φέρονταν καλά στους πολίτες κι έδειχναν κουρασμένοι από τον πόλεμο. Παρακολουθούσαν ανελλιπώς τη λειτουργία και μιλούσαν για τις οικογένειές τους σε οποιονδήποτε είχε τη διάθεση να ακούσει. «Αντί να μας λένε τα πολεμικά τους κατορθώματα, τις ναυτικές τους νίκες πάνω στους Εγγλέζους, όπως κάνει η δισεβδομαδιαία εφημερίδα τους, βρίσκουν ευχαρίστηση και παρηγοριά δείχνοντας φωτογραφίες από τις γυναίκες τους, τα μωρά τους, τις αρραβωνιαστικιές τους, ακόμα κι απ’ όλη τους την οικογένεια», λέει ο Ριγκουτσό. «Ο φαντάρος που μου ‘φερε μια πρόσκληση στα γενέθλια της πορείας προς τη Ρώμη, ένα παλικάρι 22 χρονών, είπε: “Αλίμονο, αυτή η πορεία είναι που μας έφερε σ’ αυτό τον πόλεμο σήμερα!”». Ιταλοί επίσημοι, επαγγελματίες της πόλης και εύποροι πρόκριτοι εξακολουθούσαν να παίζουν τα παλιά παιχνίδια του λούσου και της προπαγάνδας, αλλά μπροστά στο σκηνικό του λιμού αυτά έπαιρναν σχεδόν εξωπραγματικές διαστάσεις. Το Μάιο του 1942, για παράδειγμα, γινόταν μια τελετή για να τονιστεί η επίσκεψη του ναυάρχου Ινίγκο Καμπιόνε, κυβερνήτη του Αιγαίου. Προσγειώθηκε με υδροπλάνο μέσα στο μικρό λιμάνι, επιθεώρησε την ιταλική φρουρά στην κεντρική πλατεία και παρασημοφόρησε αρκετούς στρατιώτες για τα κατορθώματά τους στο αλβανικό μέτωπο. Λίγοι Έλληνες που παρευρίσκονταν, μη ξέροντας ιταλικά, χειροκρότησαν με ενθουσιασμό. Αργότερα ακολούθησε σουαρέ στο ξενοδοχείο Ελλάς, προς τιμήν του Καμπιόνε. Μερικοί εξέχοντες Έλληνες από την πόλη είχαν προσκληθεί για να δώσουν μια εντύπωση αρμονίας στο νησί. Μόλις όμως αποκαλύφθηκε ο πολυτελής μπουφές, ακολούθησε ένας γκροτέσκος χαμός, καθώς Έλληνες δικηγόροι, γιατροί και καθηγητές όρμησαν στα πιάτα, μπουκώνοντας το στόμα τους με φαί και με τα δυο τους χέρια, και αρνούμενοι να φύγουν από το τραπέζι. Όταν τελικά οι Ιταλοί αξιωματούχοι έφυγαν από το κτίριο, τους περικύκλωσαν πλήθη παιδιών που ζητιάνευαν ψωμί. Όπως οι πρόκριτοι της πόλης στη δεξίωση του Καμπιόνε, έτσι και οι άλλοι νησιώτες είχαν πετάξει λόγω της πείνας τις κοινωνικές διατυπώσεις απ’ το παράθυρο. «Αν οι προσευχές μας μείνουν αναπάντητες», έγραφαν ο μητροπολίτης και ο δήμαρχος απελπισμένοι, «αρνούμαστε κάθε ηθική ευθύνη ενώπιον του Θεού και της ιστορίας». Αντί να περιμένουν την εκ Θεού βοήθεια, μερικοί γονείς έστελναν τις κόρες τους στους Ιταλούς στρατιώτες για ψωμί. Η λαϊκή αγανάκτηση αύξαινε ενάντια στους κερδοσκόπους — στους εμπόρους που εισήγαν αγαθά παράνομα, σε συνεννόηση με τους Ιταλούς αξιωματικούς, στους συγγενείς των καθολικών κληρικών, που λεγόταν ότι μάζευαν τεράστια πλούτη χάρη στην ιταλική υποστήριξη, στους αγρότες που τώρα οι κόρες τους φορούσαν μεταξωτά φορέματα και παινεύονταν για τα πιάνα με ουρά, τα οποία είχαν αγοράσει πρόσφατα από λιμοκτονούντες κατοίκους της πόλης. Στο τέλος του ημερολογίου του, ο Ριγκουτσό προσπάθησε να συνοψίσει τους νικητές και τους νικημένους του λιμού. Δύο ομάδες είχαν τραβήξει τα περισσότερα — εκείνοι που είχαν σταθερό μισθό, όπως οι δημόσιοι υπάλληλοι, που τα μηνιάτικά τους ισοδυναμούσαν τώρα με ένα ζευγάρι παπούτσια, και οι εργάτες, που το μεροκάματό τους είχε ξεμείνει πολύ πίσω από το ποσοστό του πληθωρισμού. Από την άλλη, πολλοί χωρικοί είχαν επωφεληθεί από τις ψηλές τιμές των τροφίμων και είχαν καταφέρει να πληρώσουν τα προπολεμικά τους χρέη με υποτιμημένες δραχμές. Στην Ερμούπολη όλη η εργατική τάξη και το μεγαλύτερο μέρος της αστικής πολιτικά είχαν στραφεί πολύ προς τα αριστερά στα χρόνια της κατοχής. Λίγοι μόνο καπιταλιστές και πλούσιοι πρόκριτοι είχαν αντισταθεί σε αυτό το ρεύμα. Η συνολική στροφή θα ήταν πολύ λιγότερο ακραία, κατέληγε ο Ριγκουτσό, αν οι αρχές ήταν οργανωμένες καλύτερα και είχαν δείξει κοινωνική ευαισθησία. Αντί γι’ αυτό όμως, είχαν νοιαστεί απλώς για τον εαυτό τους και είχαν επιδοθεί στην κερδοσκοπία. Εδώ βρισκόταν σε μικρογραφία ο δεσμός ανάμεσα στη σιτοδεία και τον πολιτικό ριζοσπαστισμό που έκανε την εμφάνισή του σε όλη την κατεχόμενη Ελλάδα. Παντού η πείνα ενέτεινε την αποξένωση του κόσμου από το κράτος και ριζοσπαστικοποιούσε μεγάλες μερίδες του πληθυσμού, μαζί και πολλούς κατώτερους υπαλλήλους και μικροαστούς επαγγελματίες, πρώην στυλοβάτες του παλιού αστικού καθεστώτος, οι οποίοι μάταια προσέβλεπαν στο πολιτικό κατεστημένο της Αθήνας για καθοδήγηση στον καθημερινό τους αγώνα για επιβίωση. Πηγή: Από το βιβλίο του Mark Mazower, Στην Ελλάδα του Χίτλερ –εμπειρία της κατοχής-, των εκδόσεων Αλεξάνδρεια. αναρτηθηκε απο την Κορη της Αρτεμιδος(϶ϵ) , ~ΕΚAΤΗ~ ...φως και παλι φως η ψυχη που μαχεται... στις 4:46:00 μ.μ. 0 άφησαν την αστερόσκονή τους.......: Δημοσίευση σχολίου Ο ΕΛΛΗΝΑΣ ειναι ΦΩΣ, ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ, ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ... oi.methistanes: Η Ελλάδα σύμβολο του παράνομου χρέους Δημιουργία Συνδέσμου Παλαιότερη Ανάρτηση Αρχική σελίδα Εγγραφή σε: Σχόλια ανάρτησης (Atom) Συνολικές προβολές σελίδας Sparkline 84,384 ΕΙΝΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΟΛΩΝ ΜΑΣ..... ΕΙΝΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΟΛΩΝ ΜΑΣ..... ΕΛΛΑΣ 2012 ~ZEYΣ~ ~ZEYΣ~ ΜΕΓΑΣ ΗΓΕΜΩΝ ΕΝ ΟΥΡΑΝΩ ΔΙΑΣ/ΖΕΥΣ ΠΡΩΤΟΣ ΠΟΡΕΥΕΤΑΙ ΔΙΑΚΟΣΜΩΝ ΚΑΙ ΚΑΤΑΛΥΩΝ ΠΑΝΤΑ,ΤΩ ΔΕ ΕΠΕΤΑΙ ΣΤΡΑΤΙΑ ΘΕΩΝ ΤΕ ΚΑΙ ΔΑΙΜΟΝΩΝ.ΕΚΒΑΣΙΣ ΤΕΛΕΙΑΣ ΨΥΧΗΣ ΕΙΣ ΥΠΕΡΟΥΡΑΝΙΟΝ ΤΟΠΟΝ ΘΕΕΙ. Photobucket Διαγραφή Θρησκεύματος ΠΕΡΙΕΡΓΑ.... (϶ϵ)ΚΑΛΩΣ ΗΡΘΑΤΕ ΣΤΗΝ ΑΣΤΡΟΠΥΛΗ MOY!!! (϶ϵ)ΚΑΛΩΣ ΗΡΘΑΤΕ ΣΤΗΝ ΑΣΤΡΟΠΥΛΗ MOY!!! ΔΕΝ ΤΑΙΡΙΑΞΑ ΣΤΗ ΛΟΓΙΚΗ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ,ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ ΜΟΥ ΦΙΛΟΣ Ο ΕΑΥΤΟΣ ΜΟΥ ΚΑΙ ΚΟΛΛΗΤΗ ΜΟΥ Η ΜΟΝΑΞΙΑ..... Η Φωτό Μου ~ΕΚAΤΗ~ ...φως και παλι φως η ψυχη που μαχεται... ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, Greece ~Κόρη της Αρτέμιδος,προστατευόμενη του Απολλωνίου είμαι και το φώς που πρεσβεύω,ειναι αρχαίο,αιώνιο... βαδίζω επι της Γαίας αιώνες πολεμώντας την αδικία,την απελπισία,το σκότος...Θα φανώ αντάξια της γυναικείας μου φύσης δια άλλη μία φορά με άξιους συμπολεμιστές γεμίζω τις σκιές με εκτυφλωτικό φώς απο το αναλίσκον πύρ του Σειρίου~ Προβολή πλήρους προφίλ TA ΔΙΚΑ ΜΟΥ ΤΑΞΙΔΙΑ............ ▼ 2012 (8) ▼ Ιούνιος (1) Ο μεγάλος λιμός της κατοχικής Ελλάδας ► Φεβρουάριος (2) ► Ιανουάριος (5) ► 2011 (2) ► 2010 (11) ► 2009 (38) ► 2008 (84) ΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ(ΜΟΥ) ΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ(ΜΟΥ) Η λίστα ιστολογίων μας(Ο Παύλος Μελάς κι εγω) ΠΑΥΛΟΣ ΜΕΛΑΣ-ΕΚΑΤΗ Καρατζαφέρης: Δημοψήφισμα για την ένταξη της Τουρκίας στην Ε.Ε. Πριν από 2 χρόνια ΜΑΣ ΑΝΗΚΟΥΝ.... Online petition - ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΜΑΡΜΑΡΩΝ ΤΟΥ ΠΑΡΘΕΝΩΝΑ twitter... [By: TwitterButtons.com] By TwitterButtons.com Translate my blog... Αναγνώστες (϶ϵ)o χρόνος κυλάει........ (϶ϵ)OI MΕΡΕΣ ΠΕΡΝΟΥΝ... Free Blog Calendar "ΕΙΣ ΣΕΛΗΝΗΝ" CURRENT MOON moon phases ~ΑΠΟΛΛΩΝΙΟ ΦΩΣ~ ~ΑΠΟΛΛΩΝΙΟ ΦΩΣ~ Η ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ ~ΑΠΟΛΛΩΝΙΟΝ ΦΩΣ~ ~ΑΠΟΛΛΩΝΙΟΝ ΦΩΣ~ O ΙΣΤΟΤΟΠΟΣ ΕΛΛΗΝ.Ε.Σ ΕΛΛΗΝ.Ε.Σ ΕΝΑ ΥΠΕΡΟΧΟ ΜΠΛΟΓΚ!!!! Ενα ακόμη υπέροχο μπλόγκ.... Ενα ακόμη υπέροχο μπλόγκ.... ~ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ~ ~ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ~ ΕΙΜΑΙ ΚΙ ΕΔΩ.... Visit ΚΥΚΕΩΝ κοινωνία ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΠΟΛΥ ΤΟΝ ΦΙΛΟ ΜΟΥ ΚΥ+ΩΝ!!! ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΠΟΛΥ ΤΟΝ ΦΙΛΟ ΜΟΥ ΚΥ+ΩΝ!!! ~ΡΟΖ ΔΙΑΝΘΟΙ~ ~ΡΟΖ ΔΙΑΝΘΟΙ~ Ευχαριστώ την φίλη μου Artanis για τα υπέροχα λουλούδια που μου χάρισε! ΤΟ ΑΙΜΑ...ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΜΕΛΑΝΙ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ MAΣ... ΤΟ ΑΙΜΑ...ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΜΕΛΑΝΙ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ MAΣ... Η ΘΕΑ ΕΚΑΤΗ Η θεά Εκάτη είναι η Φύλακας της Εισόδου προς τον Κόσμο του Ασυνείδητου, η Φρουρός στα Εσωτερικά Νερά...θεά της Νύκτας και της Σελήνης....θεά της μαγικής τέχνης στον κάτω κόσμο,ήταν το μοναδικό παιδί των Τιτάνων Πέρση και Αστερίας. Από τους γονείς της κληρονόμησε δυνάμεις πάνω στην γη, τη θάλασσα και τον ουρανό.Βοήθησε τη θεά Δήμητρα στην αναζήτηση της Περσεφόνης και μετά την επανένωσή τους έγινε συνοδός της Περσεφόνης και σύντροφος του Άδη...Ήταν στενά συνδεδεμένη με τα Ελευσίνια μυστήρια...Η ελληνική μυθολογία στο πρόσωπο της ΕΚΑΤΗΣ λάτρευε τη θεά της Νύχτας...με τα 3 πρόσωπα:του σκύλου,του ερπετού και της γυναίκας...Ονομαζόταν "Χθόνια",γιατί πίστευαν πως είχε σχέσεις με τον κόσμο των νεκρών,των φαντασμάτων και της μαγείας. Ιερό ζώο της ήταν ο σκύλος. Βοηθούσε τους ανθρώπους στις πολεμικές επιχειρήσεις,τους άρχοντες στην απονομή της δικαιοσύνης και ήταν προστάτρια του τοκετού,των παιδιών,της αλιείας και του κυνηγιού.Το σίγουρο είναι πως ήταν πρόσωπο αμφιλεγόμενο που κουβαλούσε το μυστήριο...Το μυστήριο της νύχτας και του θανάτου... ΑΣΤΡΟΔΟΙΠΟΡΟΙ ΠΟΥ ΠΕΡΑΣΑΝ ΑΠΟ ΕΔΩ... ϶ϵ Free Hit Counters Free Counter ~Οι αρχαίοι έλεγαν λίγα και καταλάβαιναν πολλά...Εμείς λέμε πολλά και καταλαβαίνουμε λίγα...~ (϶ϵ)ΑΓΑΠΗΜΕΝΑ ΑΣΤΡΟΤΑΞΙΔΙΑ... AERAKI AFAIA AFAIA-ΕΡΜΙΟΝΗ Aστρο- Σφίγγ@ BLOGAREIS..... Braininfo circles doc for you Don Psychote e-βιβλία! EL.ZIN eternal dreamer's diary fucked up generation HACKADAY Hellas Epsilon Hellas Epsilon IASIOS ILLEGAL ADOPTIONS ΠΑΡΑΝΟΜΕΣ ΥΙΟΘΕΣΙΕΣ INTERNATIONAL POLITICS NEWS KRYON LIGHTWORKER LOCKHEART mariana faithful Matsolas mygreekblogspot MΟΛΩΝ ΛΑΒΕ Nelli Nezi!Α μπε μπα μπλογκ...!!! oi.methistanes Panos Notebook SOULMADE The Law of 4L ZEFYRA ~BLACK TULIP~ ΑΙΟΛΟΣ Ανδρομέδιος ]+[ ΑΝΕΜΟΣ Αρχαία Ελληνική Γλώσσα Γιατροσόφια Γιουσουρούμ... Δελφικα Παραγγελματα ΕΚΔΟΣΕΙΣ "ΔΙΟΝ" ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΕΛΛΑΔΑ-ΜΥΣΤΗΡΙΑ Ελλανιοι-Ολυμπιοι ΕΛΛΗΝΕΣ Ελληνική Θρησκεία ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΨΗ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΝΑΒΑΣΙΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΝΕΥΜΑ ΕΠΩΔΥΝΕΣ ΑΛΗΘΕΙΕΣ Ερινύα Εσύ! ΕΧΕΤΛΑΙΟΣ ΖΩ ΓΕΛΩΝΤΑΣ Η ΓΕΝΝΕΤΙΚΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΗΛΙΑΧΤΙΔΑ ΘΕΩΝ ΤΟΠΟΙ ΙΡΙΣ ΚΑΛΗ ΦΑΣΗ ΚΑΡΑΘΕΟΔΩΡΗΣ ΛΙΑΝΤΙΝΗΣ Μέτωπο Γυναικών Ο Παραμυθάς Ο πόλεμος των ...Astron ΠΕΛΑΣΓΟΣ ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΠΟΙΗΤΗΣ-ΣΟΦΙΑ ΣΤΡΕΤΖΟΥ ΠΥΛΗ ΑΓΓΕΛΩΝ ΣΚΕΨΕΙΣ-ΛΕΞΕΙΣ-ΒΙΩΜΑΤΑ ΣΚΟΡΠΙΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ Στη χώρα του ονείρου και της φαντασίας ...! ΣΤΙΣ ΘΑΛΑΣΣΕΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ συν αθηνα και χειρα κινει Σωκράτης Ξένος-Σημύδες τεχνες έκφρασης ΤΟΛΜΑ ΝΑ ΓΝΩΡΙΣΕΙΣ ΥΠΕΡ ΒΩΜΩΝ ΚΑΙ ΕΣΤΙΩΝ Υψιπύλη ΦΥΛΑΜΕ ΘΕΡΜΟΠΥΛΕΣ Χαμένη Λεωφόρος ΧΡΗΣΜΟΙ,ΛΟΓΟΙ ΔΙΤΤΟΙ... ΩΡΑΙΟΙ ΣΑΝ ΕΛΛΗΝΕΣ WHY MOMMY? ΔΩΔΕΚΑΘΕΟΝ ΔΩΔΕΚΑΘΕΟΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΧΩΡΟΣ TA ΠΑΙΔΙΑ ΔΕΝ ΦΤΑΙΝΕ.... Φτάνει πια θα μείνουμε αμέτοχοι, βουβοί , μοιραίοι και άβουλοι αντάμα προσμένοντας ίσως κάποιο θάμα ???? υπογράφουμε στο http://www.gopetition.com/online/22587.html Εάν σε αγγίζει ,τίμησέ το με την υπογραφή σου ΠΗΓΗ: http://ligery.pblogs.gr H ΑΓΑΠΗ ΟΛΑ ΤΑ ΜΠΟΡΕΙ...... H ΑΓΑΠΗ ΟΛΑ ΤΑ ΜΠΟΡΕΙ...... ΓΙΑ ΝΑ ΑΚΟΥΣΕΤΕ ΚΑΛΗ ΜΟΥΣΙΚΗ....ΕΔΩ!!! ΓΙΑ ΝΑ ΑΚΟΥΣΕΤΕ ΚΑΛΗ ΜΟΥΣΙΚΗ....ΕΔΩ!!! Believe..... ΜΟΝΟ ΓΙΑ...ΜΟΥΣΙΚΟΦΙΛΟΥΣ!!! ΜΟΝΟ ΓΙΑ...ΜΟΥΣΙΚΟΦΙΛΟΥΣ!!! Π.Σ.Θερμοπύλαι Πολιτιστικός Σύλλογος Θερμοπύλες NA ΚΙ Ο ΣΥΝΤΟΠΙΤΗΣ ΜΟΥ!!! ΘΕΜΑ SYNC ME @ SYNC ΜΠΕΙΤΕ ΚΙ ΕΔΩ!!!! GreekBloggers.com Serres Blogs Thessaloniki Blogs Powered By Blogger Τραγούδια ψυχής... MusicPlaylist Music Playlist at MixPod.com

Πέμπτη 7 Ιουνίου 2012

O MYΘΟΣ ΠΕΡΙ ΦΟΙΝΙΚΙΚΟΥ ΑΛΦΑΒΗΤΟΥ

< Η θεωρία ότι το Αλφάβητο είναι εφεύρεση των Φοινίκων συντηρήθηκε εκτός των άλλων με το επιχείρημα ότι ωρισμένα σύμβολα της φοινικικής γραφής μοιάζουν με τα αλφαβητικά γράμματα, π.χ. το (άλεφ) είναι αντεστραμμένο ή πλαγιαστό το ελληνικό Α κλπ. Το επιχείρημα αυτό φαινόταν ισχυρό μέχρι προ 100 ετών περίπου, όταν οι γλωσσολόγοι και οι ιστορικοί ισχυρίζονταν ακόμη ότι οι Ελληνες δεν εγνώριζαν γραφή προ του 800 π.Χ.! Γύρω στο 1900 όμως ο Αρθούρος Εβανς ανέσκαψε την ελληνική Μινωική Κρήτη και ανεκάλυψε τις ελληνικές Γραμμικές Γραφές, των οποίων σύμβολα ήταν ως σχήματα πανομοιότυπα προς τα 17 τουλάχιστον εκ των 24 γραμμάτων του ελληνικού Αλφαβήτου. Με δεδομένα α) ότι τα αρχαιότερα δείγματα των ελληνικών αυτών γραφών (Γραμμική Α και Β), που στη συνέχεια ανακαλύφθηκαν και στην Πύλο, στις Μυκήνες, στο Μενίδι, στη Θήβα, αλλά και βορειότερα, μέχρι τη γραμμή του Δούναβη και χρονολογήθηκαν τότε πριν από το 1500 π.Χ. και β) ότι οι Φοίνικες και η γραφή τους εμφανίζονται στην ιστορία όχι πριν το 1300 π.Χ. Ο Εβανς στο έργο του Scripta Minoa διετύπωσε, πρώτος αυτός, αμφιβολίες για την αλήθεια της θεωρίας ότι οι Ελληνες έλαβαν τη γραφή από τους Φοίνικες, εκφράζοντας ταυτόχρονα την επιστημονική υποψία ότι μάλλον συνέβη το αντίθετο. Οι αμφιβολίες για την μη προτεραιότητα των Φοινίκων έναντι των Ελλήνων στην ανακάλυψη της γραφής έγιναν βεβαιότητα, όταν ο καθηγητής Πωλ Φωρ, διεθνής αυθεντία της Προϊστορικής Αρχαιολογίας, δημοσίευσε στο αμερικάνικο αρχαιολογικό περιοδικό, εκδόσεως του Πανεπιστημίου της Ινδιάνας, Nestor (έτος 16ον,1989,σελ.2288) ανακοίνωση, στην οποία παραθέτει και αποκρυπτογραφεί πινακίδες ελληνικής Γραμμικής Γραφής, που βρέθηκαν σε ανασκαφές στο κυκλώπειο τείχος των Πιλικάτων της Ιθάκης και χρονολογήθηκαν με σύγχρονες μεθόδους στο 2700 π.Χ. Γλώσσα των πινακίδων είναι η Ελληνική και η αποκρυπτογράφηση του Φωρ απέδωσε φωνητικά το συλλαβικό κείμενο ως εξής: Α]RE-DA-TI. DA-MI-U-A-. A-TE-NA-KA-NA-RE(ija)-TE. Η φωνητική αυτή απόδοση μεταφράζεται, κατά τον Γάλλο καθηγητή πάντοτε :«Ιδού τι εγώ η Αρεδάτις δίδω εις την άνασσαν, την θεάν Ρέαν:100 αίγας, 10 πρόβατα, 3 χοίρους». Ετσι ο Φωρ απέδειξε, ότι οι Ελληνες έγραφαν και μιλούσαν ελληνικά τουλάχιστον 1400 χρόνια πριν από την εμφάνιση των Φοινίκων και της γραφής τους στην ιστορία. Αλλά οι αρχαιολογικές ανασκαφές στον ελληνικό χώρο την τελευταία 12ετία απέδωσαν και άλλες πολλές και μεγάλες εκπλήξεις: Οι Ελληνες έγραφαν όχι μόνο τις συλλαβικές Γραμμική Α και Β Γραφές τους αλλά και ένα είδος γραφής πανομοιότυπης με εκείνη του Αλφαβήτου τουλάχιστον από το 6000π.Χ. Πράγματι στο Δισπηλιό, μέσα στα νερά της λίμνης της Καστοριάς, ο καθηγητής Γ. Χουρμουζιάδης ανεκάλυψε ενεπίγραφη πινακίδα με γραφή σχεδόν όμοια με την αλφαβητική, η οποία χρονολογήθηκε με τις σύγχρονες μεθόδους του ραδιενεργού άνθρακα (C14) και της οπτικής θερμοφωταύγειας στο 5250π.Χ. Τρία χρόνια αργότερα ο έφορος Προϊστορικών και Κλασσικών Αρχαιοτήτων Ν. Σάμψων, ανασκάπτοντας το "Σπήλαιο του Κύκλωπα" της ερημονησίδας Γιούρα Αλοννήσου (Βόρειες Σποράδες), ανακάλυψε θραύσματα αγγείων ("όστρακα") με γράμματα πανομοιότυπα με εκείνα του σημερινού ελληνικού Αλφαβήτου, τα οποία χρονολογήθηκαν με τις ίδιες μεθόδους στο 5500-6000π.Χ. Ο ίδιος αρχαιολόγος διενεργώντας το 1995 ανασκαφές στη Μήλο, ανεκάλυψε "πρωτοκυκλαδικά αγγεία" των μέσων της 3ης χιλιετίας π.Χ., που έφεραν πανομοιότυπα τα γράμματα του Ελληνικού Αλφαβήτου Χ,Ν,Μ,Κ,Ξ,Π,Ο,Ε. Είναι πρόδηλο, ότι οι αρχαιολογικές αυτές ανακαλύψεις όχι απλώς προσέδωσαν ήδη το χαρακτήρα του κωμικού στη λεγόμενη "Φοινικική Θεωρία" περί ανακαλύψεως της γραφής, αλλά ανατρέπουν εκ βάθρων ολόκληρη την επίσημη χρονολόγηση της ελληνικής Ιστορίας, όπως αυτή διδάσκεται, αλλά και την επίσημη παγκόσμια Ιστορία του Πολιτισμού.

Δευτέρα 28 Μαΐου 2012

παρθενώνας Ιστορικά στοιχεία!!!!!!!!

Μετά τα Περσικά η Αθήνα αναδείχτηκε σε σπουδαία πόλη διαθέτοντας ισχυρό ναυτικό. Θεσπίστηκε η Δηλιακή συμμαχία, και τα χρήματα που πρόσφεραν οι πόλεις φυλάσσονταν στη Δήλο. Αργότερα όμως μεταφέρθηκαν στην Αθήνα και ο Περικλής χρησιμοποίησε μέρος των χρημάτων αυτών για την ανέγερση του Παρθενώνα. Ο Παρθενώνας χτίστηκε πάνω σε προηγούμενο ναό της Αθηνάς, ο οποίος καταστράφηκε από τους Πέρσες κατά τη διάρκεια των Περσικών πολέμων. Πιο αναλυτικά: Πιστεύεται πως υπήρχε από τα Γεωμετρικά χρόνια (7ος αι. π.Χ.) στη θέση που κτίστηκε ο Παρθενώνας ένας ναός (1) πλίνθινος πάνω σε λίθινα θεμέλια. Τον 6ο αι. π.Χ. κτίστηκε ένας πώρινος ναός (2)(Ur - Parthenon) που διακοσμήθηκε με εναέτια γλυπτά που εκτίθενται στο Μουσείο της Ακρόπολης, (λέοντες και ο Ηρακλής με τον Τρίτωνα). Μετά τη μάχη του Μαραθώνα το 490 π.Χ. άρχισε να κτίζεται ένας μαρμάρινος ναός (3) γύρω από τον πώρινο (Vor-Parthenon), ο οποίος όμως καταστράφηκε το 480 π.Χ. από τους Πέρσες. Στη θέση του ναού αυτού οικοδομήθηκε ο Παρθενώνας. Άρχισε να κτίζεται το 447 π.Χ. και οι οικοδομικές εργασίες τέλειωσαν μόλις σε εννιά (9) χρόνια (χρόνος ρεκόρ για την εποχή) δηλαδή το 438 π.Χ. Από το 438 ξεκίνησαν τα έργα διακόσμησης και τελείωσαν το 432 π.Χ. Αρχιτέκτονες του ναού ήταν ο Ικτίνος, ο οποίος έκτισε και το ναό του Απόλλωνα στη Φιγάλεια, και ο Καλλικράτης, αρχιτέκτονας του Ναού της Νίκης και ίσως του Ερεχθείου, ενώ την ευθύνη για τη διακόσμηση και τη γενική επίβλεψη του έργου είχε ο γλύπτης Φειδίας ("επίσκοπος πάντων", όπως αναφέρει ο Πλούταρχος).Η πρώτη καταστροφή του ναού έγινε το 267 μ.Χ. από τους Έρουλους (ένα λαό σκανδιναβικής προέλευσης), οι οποίοι κατέλαβαν την Αθήνα και πυρπόλησαν τον Παρθενώνα. Καταστράφηκε η αρχική στέγη, ολόκληρη η εσωτερική κιονοστοιχία, ενώ έπαθαν σοβαρές ζημιές οι τοίχοι του σηκού. Περίπου εκατό χρόνια αργότερα, την περίοδο που ήταν αυτοκράτορας ο Ιουλιανός ο Παραβάτης, έγιναν κάποιες διορθώσεις, όχι όμως και τόσο πετυχημένες.Το 529 μ.Χ. ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου Ιουστινιανός διατάζει το κλείσιμο των φιλοσοφικών σχολών της αρχαιότητας. Οι φιλόσοφοι εγκαταλείπουν την Αθήνα η οποία μετατρέπεται σε μικρή και ασήμαντη επαρχιακή κωμόπολη. Ο Χριστιανισμός επιβάλλεται και ο Παρθενώνας γίνεται εκκλησία της του Θεού Σοφίας. Το 1205 μ.Χ. οι Φράγκοι καταλαμβάνουν την Αθήνα και ο Παρθενώνας γίνεται ο καθεδρικός ναός τους.Το 1456 μ.Χ. ο Τούρκος Ομάρ Τουραχάν, στρατηγός του Μωάμεθ, κυριεύει την Αθήνα και ο Παρθενώνας μετατρέπεται σε τζαμί. Το 1674 ο Charles-Francois Olier μαρκήσιος De Nointel επισκέπτεται την Αθήνα με το ζωγράφο Jacques Carrey στην ακολουθία του. Ο Carrey έκανε λεπτομερή σχέδια του Παρθενώνα και των γλυπτών. Τα σχέδια αυτά είναι ανεκτίμητα, γιατί απεικονίζουν λεπτομερειακά τον Παρθενώνα λίγο πριν από την καταστροφή του.Το 1687 ο βενετσιάνικος στρατός με το Μοροζίνι πολιορκεί τους Τούρκους που βρίσκονταν στην Ακρόπολη. Μια οβίδα έπεσε στον Παρθενώνα, που χρησιμοποιούταν ως πυριτιδαποθήκη και προκάλεσε έκρηξη με αποτέλεσμα την ανατίναξη του κτιρίου, μεγάλα τμήματα του οποίου καταστράφηκαν ή εκσφενδονίστηκαν. Ο Μοροζίνι τελικά κυρίευσε την Ακρόπολη και στην προσπάθειά του να κλέψει κάποια γλυπτά προκάλεσε κι άλλες ζημιές. Τον επόμενο χρόνο ο Μοροζίνι εγκατέλειψε την Αθήνα και επέστρεψαν οι Τούρκοι. Οι ζημιές από την έκρηξη πρέπει να ήταν οι εξής: έπεσαν τρεις (3) τοίχοι του σηκού, η πρόσταση του προνάου, έξι (6) κίονες της νότιας και οκτώ (8) της βόρειας πλευράς. Το 1801 μ.Χ. ο Thomas Bruce, κόμης του Έλγιν, πρεσβευτής της Αγγλίας στην Υψηλή Πύλη, κατάφερε να αποσπάσει από το Σουλτάνο φιρμάνι με το οποίο του δινόταν η άδεια να αφαιρέσει από τις χώρες που βρίσκονταν στη δικαιοδοσία του σουλτάνου, ό,τι αρχαιότητα ήθελε. Έτσι ο Έλγιν απέσπασε από την Ακρόπολη διάφορα γλυπτά. Στην προσπάθειά του να αρπάξει όσο περισσότερα μπορούσε, προκάλεσε και μεγάλες ζημιές. Συνολικά μετέφερε στο Λονδίνο δεκαοκτώ (18) αγάλματα από τα αετώματα, δεκαπέντε (15) μετόπες και πενήντα (50) λίθους από τη ζωφόρο μήκους εβδομήντα πέντε (75) μέτρων. Το 1815 το Βρετανικό Μουσείο αγόρασε από τον Έλγιν τα γλυπτά του Παρθενώνα.Κατά τη διάρκεια της επανάστασης του 1821 η Ακρόπολη απελευθερώνεται στην αρχή από τους Έλληνες, όμως θα πολιορκηθούν αργότερα από το στρατό του Κιουταχή πασά. Το 1827 οι Τούρκοι κυριεύουν την Ακρόπολη και φεύγουν οριστικά το 1833. Αρχίζει η απομάκρυνση των ερειπίων του οικισμού που είχε σχηματιστεί με τον καιρό πάνω στον ιερό βράχο. Το 1885 ξεκινούν οι ανασκαφές που θα φέρουν στο φως όσα είχαν θάψει οι Αθηναίοι μετά την περσική καταστροφή του 480 π.Χ. Το 1898 αρχίζει η προσπάθεια για την αναστήλωση των μνημείων που συνεχίζεται μέχρι τις μέρες μας.